Το ταξίδι στην Κρήτη αποτελούσε μια υπόσχεση που είχα δώσει στους φίλους Στέλιο και Νατάσα από το MotoAdventures. Παρά τις δυσοίωνες προσβλέψεις για τον καιρό, η απόφαση πάρθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη! Τα ξημερώματα, λοιπόν, της Πέμπτης, το καράβι έπιανε στο λιμάνι των Χανίων.
Με το καλωσόρισμα πήγαμε ένα ψαγμένο μαγαζάκι, που ήξερε ο Στέλιος, για να δοκιμάσω την τοπική μπουγάτσα Χανίων, η οποία φτιάχνεται με τοπικό τυρί μυζήθρα, και προστίθεται ζάχαρη (εφόσον το επιθυμείς) κατά το σερβίρισμα. Οι εντυπώσεις ήταν οι καλύτερες, αποτελώντας κάτι το διαφορετικό και όχι απλά μια άλλη εκδοχή της μακεδονικής μπουγάτσας.
Η υπόλοιπη μέρα πέρασε με ταξιδιάρικες κουβέντες, φαγητό και λίγη τσικουδιά, χωρίς να το καταλάβουμε!
***
Το πρωινό της Παρασκευής μας βρήκε με μια υπέροχη λιακάδα! Μια «μικρή» βόλτα θεωρούνταν δεδομένη!!! Πως άλλωστε θα μπορούσε να συμβεί κάτι διαφορετικό, καθώς ο Στέλιος ξέρει τον τόπο του πολύ καλά. Χαρακτηριστικά, όταν μιλάω για αυτόν σε κάποιον που δεν τον γνωρίζει, λέω: «ο Στέλιος ξέρει τι βρίσκεται κάτω από κάθε πέτρα της Κρήτης…».
Μου πρότεινε, λοιπόν, να ακολουθήσουμε ορεινές διαδρομές –καθώς γνώριζε πως μου αρέσουν τα βουνά- προς τον Ψηλορείτη. Συγκεκριμένο δρομολόγιο δεν είχε στο μυαλό του, αλλά του είχα απόλυτη εμπιστοσύνη. Το θέμα ήταν κατά πόσο θα κατάφερνε να με πάει σε μέρη που δεν τα είχα ξαναεπισκεφτεί.
Αφήσαμε τα Χανιά και ακολουθώντας το εθνικό δίκτυο για Ρέθυμνο, οδηγήσαμε στην παράκτια διαδρομή συναντώντας όμορφες αμμουδερές παραλίες της βόρειας πλευράς του νομού Ρεθύμνου. Η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική σε σχέση αυτή του καλοκαιριού. Ερημικές πλέον μετέδιδαν μια ιδιαίτερη γοητεία που δεν μπορείς να αντιληφθείς όταν τις βλέπεις γεμάτες λουόμενους.
Περνώντας μπροστά από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, περιφερειακά του Ρεθύμνου, στρίψαμε δεξιά ακολουθώντας τις πινακίδες για Σπήλι. Ο δρόμος αρχικά περνούσε από καλλιεργήσιμες εκτάσεις και ελαιώνες. Ανεβαίνοντας υψομετρικά, η βλάστηση λιγόστευε δίνοντας την θέση της σε πουρνάρια και σε πλατάνια. Στην είσοδο του διάσημου χωριού για τις βρύσες του, Σπήλι στρίψαμε αριστερά οδηγώντας σε μια στενή διαδρομή που προσέφερε εντυπωσιακή θέα της ευρύτερης περιοχής. Αφού περάσαμε τα χωριά Γερακάρι – Μέρωνας – Αγ.Φωτεινή, φτάσαμε στους Αποστόλους, όπου στρίψαμε αριστερά.
Μετά από λίγα χιλιόμετρα εμφανίστηκε ξαφνικά η λίμνη των Ποταμών. Πρόκειται για μια τεχνητή λίμνη που κατασκευάστηκε τα τελευταία χρόνια, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να μην απεικονίζεται στους περισσότερους οδικούς χάρτες. Το όνομά της προέρχεται από το γεγονός πως τα νερά της προέρχονται από 2-3 ποτάμια της περιοχής. Μάλιστα, κάποια από αυτά μπορείς να τα διακρίνεις από διάφορα σημεία. Ένας καινούριος ελικοειδής δρόμος διαγράφει περιμετρικά την λίμνη, κάνοντας την οδήγηση, όσο και την θέα απολαυστική!
Λίγο πριν το φράγμα, ο Στέλιος γνώριζε την ύπαρξη ενός καφενείου, το οποίο ελπίζαμε να το βρίσκαμε ανοιχτό. Σταθήκαμε τυχεροί για μια ακόμα φορά. Στο μικρό ξύλινο κτίριο, που ονομάζεται «Γιδόσπιτο», συναντήσαμε μια μικρή παρέα Κρητικών, που ήδη είχαν αρχίσει τις ρακές το κρασί, ενώ λίγο παραπέρα σε ένα μεγάλο τσουκάλι σιγο-έβραζε κρέας! Καθίσαμε σε ένα από τα ελάχιστα τραπεζάκια και όταν θελήσαμε να παραγγείλουμε καφέδες, ο ιδιοκτήτης μας αντιπρότεινε: «…μήπως να σας βάλω κρασάκι, καθώς σε λίγο θα είναι έτοιμο και το φαγητό»!!!
Τον ευχαριστήσαμε για την πρόταση/πρόσκληση και τελικά προτιμήσαμε τα καφεδάκια με θέα της λίμνης, με τους αντικατοπτρισμούς και τα σμήνη πουλιών να παίζουν στα νερά της! Πραγματικά πολύ όμορφη εικόνα!!!
Η ώρα περνούσε ευχάριστα καθώς η παρέα των Κρητικών είχε κέφια και το πείραγμα μεταξύ τους δεν είχε σταματημό. Όταν είπαμε να πληρώσουμε, ο ιδιοκτήτης μας είπε πως ήταν κερασμένα από αυτόν και μας ξαναπροσκάλεσε να φάμε μαζί τους. Του αρνηθήκαμε ευγενικά, καθώς είχαμε πορεία μέχρι να επιστρέψουμε στα Χανιά και το μόνο σίγουρο ήταν πως αν τελικά υποκύπταμε στον πειρασμό να καθίσουμε, δεν θα επιστρέφαμε σπίτι ούτε την επόμενη μέρα!
Επιστρέψαμε προς το χωριό Απόστολοι, στρίψαμε αριστερά και λίγο μετά -στην έξοδο του χωριού Αγ.Φωτεινή- ακολουθήσαμε την σήμανση για Αρκάδι. Ο ελικοειδής στενός δρόμος μέχρι το διάσημο μοναστήρι ήταν απολαυστικός. Ανεβαίνοντας υψομετρικά, είχαμε θέα όλων των γύρω βουνών και ειδικότερα των κορυφών του Ψηλορείτη, που λόγω του αέρα και των βροχοπτώσεων των προηγούμενων ημερών, ήταν ορατές!
Φτάνοντας στο μοναστήρι Αρκαδίου, εντυπωσιάστηκα –κιόλας- από το εξωτερικό του τμήμα! Το μοναστηριακό συγκρότημα που έχει σχήμα παραλληλογράμμου, μοιάζει φρούριο, καλύπτοντας επιφάνεια 5.200τμ. Στο εσωτερικό του βρίσκεται ο κεντρικός δίκλιτος ναός, το «Καθολικόν», που είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (το ένα κλίτος), και στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη (το έτερο κλίτος). Το μοναστήρι διαθέτει πλούσια ιστορία: Επί τουρκοκρατίας, σε κάποια περίοδο φιλοξενούσε Έλληνες επαναστάτες. Οι Τούρκοι ζήτησαν από τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη να τους διώξει από το μοναστήρι με την απειλή ότι θα το καταστρέψουν αλλά ο ηγούμενος αρνήθηκε. Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 15.000 τακτικό στρατό και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Στο μοναστήρι υπήρχαν 964 ψυχές, 325 άνδρες και οι υπόλοιποι γυναικόπαιδα. Ξεκίνησαν μάχες που κράτησαν για αρκετές μέρες. Οι Έλληνες εξαντλημένοι και με βέβαιη την αιχμαλωσία και όλα τα συνακόλουθα, κλείνονται -μαζί με γυναικόπαιδα- στην πυριτιδαποθήκη. Η πυροδότηση των βαρελιών με το μπαρούτι προκάλεσε την καταστροφή της Μονής και το θάνατο περίπου όλων Ελλήνων αλλά και πολλών Τούρκων εισβολέων. Ο κρότος λέγεται ότι ακούστηκε μέχρι το Ηράκλειο. Η ηρωική αυτή πράξη γράφτηκε στην ιστορία και έγινε γνωστή σε ολόκληρο τον τότε κόσμο.
Στις μέρες διασώζονται ο Ξενών, το Ηγουμενείο, η Τράπεζα, τα Κελαρικά, το Πυριτιδαποθήκη, τα Μεσοκούμια, το Μουσείο, τα Κλάουστρα (θολωτά διώροφα κελιά μοναχών), τα Κελλιά, οι Αποθήκες, το σκευοφυλάκιο. Είναι πραγματικά εντυπωσιακά ενώ δεν περνά απαρατήρητο το αιωνόβιο κυπαρίσσι στον κορμό του οποίου βρίσκεται ένα βόλι από εκείνες τις μάχες.
Περιπλανηθήκαμε για αρκετή ώρα στον χώρο με την ησυχία μας καθώς ήμασταν οι μοναδικοί επισκέπτες. Το καλοκαίρι το μέρος κατακλύζεται από πολλούς τουρίστες και η μαγεία του χώρου χάνεται. Αξίζει να σημειωθεί πως για τους Έλληνες η είσοδος είναι ελεύθερη.
Αφήσαμε την Μονή Αρκαδίου και συνεχίσαμε με Β.Δ πορεία προς το Ρέθυμνο, ακολουθώντας μια εξίσου όμορφη διαδρομή, που η αρχή της περνούσε μέσα από ένα μικρό φαράγγι. Φτάσαμε στην εθνική οδό και μετά από λίγο την αφήσαμε και πάλι, ακολουθώντας τις πινακίδες για Καλαμίτσι – Κεφαλά. Με θέα –πλέον- τον κόλπο του Αλμυρού, ακολουθήσαμε έναν δρόμο με πολλές στροφές που έκαναν την οδήγησή μας απολαυστική, μέχρι που φτάσαμε στο Παλαιλώνι. Εκεί στρίψαμε σε έναν μικρό δρόμο που κατέληγε σε έναν πολύ μικρό κόλπο, με τοπωνύμιο «Ομπρό Γυαλό». Αποτελεί μια μικρή παραλία, άγνωστη στους περισσότερους, αλλά γνωστή –φυσικά- στον Στέλιο. Όπως ήταν αναμενόμενο ήταν έρημη. Διέθετε κάποιο μικρό καλοκαιρινό μαγαζί, που -όπως γρήγορα γίνεται αντιληπτό- αποτελεί αυτοσχέδια κατασκευή του ιδιοκτήτη, φτιαγμένη με αρκετό γούστο και επιμονή.
Κάναμε μια μικρή στάση να απολαύσουμε το τοπίο πριν επιστρέψουμε στα Χανιά. Στον δρόμο της επιστροφής, σκεφτόμουν πως τελικά για μια ακόμη φορά επιβεβαιώθηκε ο χαρακτηρισμός που αποδίδω στον Στέλιο…