Ξημέρωσε η 2η μέρα του εκδρομικού, κατά το οποίο συνολικά διανύσαμε 1310χλμ. Η συγκεκριμένη μέρα συμπεριλάμβανε μια διαδρομή στην δυτική πλευρά των Τζουμέρκων, στον κεντρικό και δυτικό Ζαγόρι, στην περιοχή της Βασιλίτσας, ενώ θα καταλήγαμε για να διανυκτρεύσουμε την περιοχή της Βάλια Κάλντα και ειδικότερο στο καταφύγιο της Βωβούσας.
Ξυπνήσαμε σχετικά νωρίς και αφού ήπιαμε ένα καφεδάκι ξεκινήσαμε με βόρεια κατεύθυνση. Επιστρέψαμε στα γειτονικά Πράμαντα και ακολουθώντας τις πινακίδες για Ιωάννινα, πήραμε τον ίδιο δρόμο που οδηγούσε στην διασημότερα χωριά των Τζουμέρκων: Καλαρρύτες και Συρράκο. Οδηγώντας σε μια περιοχή με εντυπωσιακό τοπίο, φτάσαμε στο μεταλλική γέφυρα (τύπου Μπέλεϋ), που διασχίζει τον Καλλαρίτικο ποταμό, παραπόταμος του Αχελλώου. Δίπλα ακριβώς βρίσκεται το μικρό πέτρινο γεφύρι του Συγκούνα. Το κατασκεύασε ο Συρρακιώτης μεγαλέμπορος Συγκούνας, καθώς απ’αυτό το σημείο περνούσε τα εμπορεύματά του προς την Άρτα. Πριν από την κατασκευή του γεφυριού η μεταφορά των εμπορευμάτων γινόταν με ένα συρματόσκοινο, που ήταν στερεωμένο στις δύο πλευρές του ποταμού.
Βγάλαμε μερικές φωτογραφίες και συνεχίσαμε στον σχετικά στενό δρόμο με τις αλλεπάληλες στροφές. Σε κάποια σημεία υπήρχαν κατολισθήσεις, κάνοντας τα αντιθέτως κινούμενα οχήματα να ρωτούν αν ο δρόμος από τον οποίο ερχόμασταν ήταν ανοιχτοί!
Μετά το χωριό Κέδρος, βρεθήκαμε στο σημείο της διαδρομής που ξεκινούσε η κατάβαση του φαραγγιού του Άραχθου, μέσω 20 συνεχόμενων «πετάλων» του δρόμου. Περίπου στην μέση της διαδρομής συναντήσαμε το μεταλλικό μνημείο, που απεικονίζει μια ανθρώπινη μορφή με ανοιχτά τα χέρια, στην άκρη του γκρεμου... πολλοί το ονομάζουν «αγκαλιά με τον γκρεμό» και είναι αφιερωμένο στους 29 ανθρώπους που έχασαν την ζωή τους σε δυστύχημα στις 22-12-1958.
Αφού περάσαμε την γέφυρα του Τσίμοβου, που διέσχιζε τον Άραχθο, οδηγήσαμε με πιο γοργούς ρυθμούς, μέχρι που φτάσαμε στον κόμβου της Εγνατίας Οδού για Ιωάννινα. Ανεφοδιαστήκαμε με καύσιμα –σε παρακείμενο πρατήριο-, καθώς μέχρι την Βωβούσα, δεν θα είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε πρατήριο.
Χρησιμοποιήσαμε την Εγνατία Οδό για λίγα χιλιόμετρα, μέχρι την έξοδο για Μηλιωτάδες. Από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα της διαδρομής, φάνηκε η ομορφιά που θα συναντούσαμε... εξάλλου οι περισσότεροι από εμάς είχαμε ξαναεπισκεφτεί το Ζαγόρι και γνωρίζαμε τι είχαμε να συναντήσουμε!
Λίγο πριν το χωριό Μηλιωτάδες συναντήσαμε το πέτρινο θολωτό γεφύρι Καμπέρ-Αγά ή Καμπέραγα, στο Ζαγορίτικο ποταμό. Χτίστηκε από τον Οθωμανό Καμπερ – Αγά, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης (τσιφλικάς) της περιοχής Μηλιωτάδων. Αναφέρεται ότι ο Καμπέρ Αγάς έκανε πολλές αγαθοεργές πράξεις, γεγονός σπάνιο για Οθωμανό. Στον Καμπέρ Αγά ανήκε και το ομώνυμο χάνι, όπου οι ταξιδιώτες σταματούσαν, είτε για να ξεκουραστούν, είτε για ανεφοδιασμό, το οποίο είναι χτισμένο λίγο πριν από το γεφύρι.
Όσο συνεχίζαμε το τοπίο γινόταν ολοένα και περισσότερο εντυπωσιακό! Ειδικότερα μετά την διασταύρωση της Δολιανής, όπου στρίψαμε αριστερά με προορισμό το Κεντρικό Ζαγόρι. Στο τμήμα της διαδρομής Φραγκιάδες – Κήποι, ο δρόμος περνούσε μέσα από μια κατάφυτη που περιοχή που πρόσφερε ένα μοναδικό τοπίο!
Λίγο μετά τους Κήπους, σταματήσαμε στο διάσημο «Καλογερικό γεφύρι» ή «γεφύρι του Πλακίδα», όπως αλλιώς ονομάζεται. Πρόκειται για ένα πέτρινο γεφύρι, με μήκος περίπου 55 μέτρων και πλάτος καταστρώματος μεγαλύτερο των 3 μέτρων, ενώ στα πλάγια αντί για στηθαίο φέρει αραιές αρκάδες. Είναι ένα από τα γνωστότερα πέτρινα γεφύρια του Ζαγορίου, ένα θαυμάσιο δείγμα της υψηλής λαϊκής τεχνικής και αισθητικής της τότε εποχής. Κτίστηκε το 1814 και κόστισε 20.000 γρόσια τα οποία χορήγησε ο τότε Ηγούμενος της Μονής του Προφήτη Ηλία Βίτσας, Σεραφείμ.
Μετά από μια ολιγόλεπτη στάση, συνεχίσαμε με προορισμό τους Αρχαγγέλους. Κάναμε μια ενδιάμεση στάση σε ένα ακόμα γνωστό γεφύρι: το γεφύρι του Νούτσου (ή Κόκκορη). Είναι μονότοξο πέτρινο γεφύρι και βρίσκεται στον Βοϊδομάτη ποτάμο, στο κεντρικό Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Κουκούλι. Κατασκευάστηκε το 1750 περίπου και πήρε το όνομά του από τον Νούτσο Κοντοδήμο, από το Βραδέτο, που χρηματοδότησε την κατασκευή του.
Στο μικρό παραδοσιακό χωριό των Αρχαγγέλων, είχαμε σκοπό να συναντηθούμε με τους 2 κρητικά αδέλφια, τον Γιάννη και τον Γιώργο, που –δυστυχώς- το απαγορευτικό των προηγούμενων ημερών, τους είχε αναγκάσει να χάσουν μια μέρα από το 3μερο εκδρομικό μας. Δώσαμε λοιπόν στον ξενώνα της Βιργινίας. Παρόλα αυτά, μια λάθος πληροφορία, από ντόπιους, πως κάποιος δρόμος δεν θα ήταν προσβάσιμος για το σημείο συνάντησης, τους άλλαξε τα σχέδια, οπότε και θα βρισκόμασταν στο καταφύγιο της Βωβούσας, στο τέλος της ημέρας.
Ιδιοκτήτρια του Ξενώνα της Βιργινίας, ήταν η συμπαθητική και φιλική Βιργινία. Με τον Κώστα Π. γνωρίζοταν, οπότε και μας πρότεινε να την επισκεφτούμε προκειμένου για ένα σύντομο γεύμα και ξεκούραση, καθώς βρισκόμασταν –περίπου- στην μέση της διαδρομής. Αφού δοκιμάσαμε την γευστική κουζίνα της, συζητήσαμε το πλάνο της συνέχειας της διαδρομής.
Είπαμε να το αλλάξουμε λιγάκι και να φτάσουμε στο χωριό Παλαιοσέλι, μέσω της διαδρομής Τσεπέλοβο – Σκαμνέλλι – Ηλιοχώρι, και όχι μέσω Κόνιτσας. Η διαδρομή που επιλέξαμε βρισκόταν σε υψόμετρο μεταξύ 900-1200μ. και διέσχιζε μια περιοχή κατάφυτη από έλατα. Συναντήσαμε τον οικισμό των Σαρακατσάνηδων, που δυστυχώς –αυτή την φορά- ήταν κλειδωμένος. Οπότε είδαμε τις καλύβες και τις υπόλοιπες ξύλινες παραδοσιακές κατασκευές από έξω. Ο ερημικός δρόμος, αφού περνούσε την γέφυρα του ποταμού Αώου, κατέληγε στο Παλαιοσέλι, τον δρόμο Κόνιτσας – Βασιλίτσας.
Στο Παλαιοσέλι, λοιπόν, στρίψαμε δεξιά και συνεχίσαμε σε μια στενή διαδρομή που ακολουθούσε ανατολικά πορεία και επί της ουσίας, διασχίσαμε οριζόντια των ορεινών όγκων της Πίνδου. Εκτός από έλατα, συναντήσαμε και τα εντυπωσιακά ρόμπολα. Ακρίβως απέναντί μας, μπορούσαμε να απολαύσουμε την ανεπανάληπτη θέα του χιονισμένου όρους Τύμφη.
Συνεχίζοντας ανεβαίναμε υψομετρικά και οι χιονισμένες περιοχές έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους. Ο δρόμος ήταν καθαρός, ενώ στο σημείο που προσεγγίσαμε το χιονοδρομικό κέντρο της Βασιλίτσας (1.750μ.), στις άκρες του δρόμου το χιόνι ξεπερνούσε το 1,5 μέτρο. Σε αυτό το μοτίβο ήταν η διαδρομή μας μέχρι το χωριό Σμίξη. Ουσιαστικά –πλέον- είχαμε εισέλθει στην Δυτική Μακεδονία. Ακολουθήσαμε την διαδρομή για Περιβόλι, μέσα σε μια επίσης εντυπωσιακή διαδρομή αποτελούμενη από τι άλλο;;; ...έλατα!!! Ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει και το κρύο να κάνει αισθητή την παρουσία του στην –κατά τα άλλα- ηλιόλουστη ημέρα, που θύμιζε καλοκαίρι!
Μετά το Περιβόλι, ο δρόμος ανέβαινε υψομετρικά και στο διάσελο (1540μ), συναντήσαμε τον χωματόδρομο που οδηγούσε στον πυρήνα της διάσημης Βάλια Κάλντα, που στα βλάχικα σημαίνει «ζεστή κοιλάδα». Στην ώρα που φτάσαμε στο συγκεκριμένο σημείο, είχαμε την τύχη να βρεθούμε μπροστά σε ένα απίστευτο ηλιοβασίλεμα, που χάριζε τα χρώματά του, στις λευκές επιφάνειες των εναπομείναντων χιονιών... Πραγματικά μαγευτικό!!!
Συνεχίσαμε προς την Βοβούσα και ειδικότερα προς το καταφύγιο της Βοβούσας, που βρίσκεται 2χλμ. μετά το χωριό. Ο δρόμος περνούσε μέσα από ένα ελατόδασος, ενώ είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε ένα μικρό ελάφι την ώρα που διέσχιζε τον δρόμο!
Στο καταφύγιο της Βοβούσας μας περίμεναν οι ιδιοκτήτες, ο Γιάννης και ο Κώστας, μαζί με τους φίλους Κρητικούς, Γιάννη και Γιώργο, αλλά και ο Κωνσταντίνος με την Ευαγγελίτσα, φίλοι του Κώστα Π.
Η ζεστασιά το τζάκι της κεντρικής αίθουσας το καταφυγίου ήταν ότι καλύτερο για εκείνη την στιγμή. Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας στα δωμάτια και καθίσαμε όλοι μαζί περιμενώντας την ώρα της Ανάστασης του Μ.Σαββάτου. Κάποιοι από εμάς πήγαν περπατώντας μέχρι το χωριό για την τελετή της Ανάστασης. Κατά τις 1πμ. καθίσαμε όλοι μαζί να φάμε την παραδοσιακή «μαγειρίτσα», που πραγματικά ήταν πολύ νόστιμη... ακόμα και από αυτούς που δεν την τρώνε συνήθως!
Η βραδιά έκλεισε με κουβέντα και αστεία, ενώ η Νατάσα και ο Στέλιος μοίρασαν σε όλους αναμνηστικά δωράκια για την συνάντησή μας.
Κυριακή του Πάσχα
Η ημέρα του Πάσχα πέρασε σε χαλαρούς ρυθμούς με μουσική, φαγητό και ποτό, χωρίς να κάνουμε ούτε ένα χιλιόμετρο... Χρόνια πολλά σε όλους!!!
Επόμενη μέρα... Μέρα της επιστροφής...
Έφτασε η ημέρα της επιστροφής... Έχοντας διανύσει όλα αυτά τα χιλιόμετρα, σε ένα επαρχιακό οδικό δίκτυο με τόσες στροφές, δεν νιώθαμε κούραση... αντιθέτως –μάλιστα- νιώθαμε την διάθεση να ακόμα περισσότερα χιλιόμετρα!
Το σχέδιο ήταν να φτάσουμε στο Μέτσοβο μέσω της διαδρομής Φλαμπουράρι – λίμνης Αώου και από εκεί μέσω της παλαιάς εθνικής οδού και του περάσματος της Κατάρας, να καταλήγαμε στην Καλαμπάκα. Από εκεί και πέρα μέσω Καρδίτσα – Δομοκού, θα φτάναμε στην Λαμία και ο μονότονος αυτοκινητόδρομος θα μας οδηγούσε στο λιμάνι του Πειραιά, όπου θα επιβιβάζονταν οι Κρητικοί φίλοι μας. Ο χρόνος μας ήταν περιορισμένος λοιπόν, καθώς θα έπρεπε να είμαστε στο λιμάνι μέχρι τις 8μμ.
Καταλήξαμε να καθυστερήσουμε την αναχώρηση και φύγαμε από το καταφύγιο κατά τις 11.15πμ. Η διαδρομή –για μια ακόμα φορά- διέσχιζε μια περιοχή με έλατα και ανέβαινε υψομετρικά μέχρι τα 1500μ. Συναντήσαμε την διασταύρωση που οδηγούσε στο κεντρικό Ζαγόρι –λίγο έξω από το χωριό Μακρινό. Εμείς όμως στρίψαμε αριστερά, με κατεύθυνση το χωριό Φλαμπουράρι.
Ο δρόμος προσέφερε μια απίστευτη πανοραμική θέα, ενώ στο βάθος του ορίζοντα διακρίναμε τους ορεινούς χιονισμένους όγκους των Τζουμέρκων. Μετά το χωριό Φλαμπουράρι και λίγο πριν το χωριό Γρεβενίτι, συναντήσαμε την πινακίδα για Λίμνη Νουφάρων, όπου στρίψαμε αριστερά. Σε λιγότερα από 500μ συναντήσαμε μια μικρή λίμνη, στα νερά της οποίας καθρεπτίζονταν τα ψηλά δέντρα που την περιστοίχιζαν... Άλλες ονομασίες της είναι «λίμνη του Καπετάνου» ή «λίμνη Ζορίκα», που γεμίζει με νούφαρα κάθε χρόνο και αποτελεί ένα μοναδικό θέαμα μέσα στην απέραντη γοητεία του πράσινου. Βγάλαμε μερικές φωτογραφίες και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το φράγμα του Αώου.
Το οδόστρωμα σε πολλά σημεία του δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Οι συχνές κατολισθήσεις το καταστρέφουν και δεν είναι λίγες οι φορές που η διέλευση των οχημάτων κόβεται. Η βλάστηση ήταν πολλή πυκνή. Καταλήξαμε στο φράγμα της λίμνης του Αώου, όπου στρίψαμε αριστερά ακολουθώντας την περιμετρική διαδρομή της λίμνης από την βόρεια πλευρά της. Έχει έκταση περίπου 8,5 τετραγωνικά χλμ και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.300 μέτρων. Κατασκευάστηκε το 1987 στο οροπέδιο Πολιτσές με σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, στη συνέχεια όμως αποτέλεσε ιδιαίτερα σημαντικό βιότοπο για την περιοχή. Ακολουθώντας την διαδρομή συναντήσαμε πολλά σημεία με εντυπωσιακή θέα.
Μετά από μερικά χιλιόμετρα βρεθήκαμε στον κόμβο για το πέρασμα της Κατάρας, που μετά λύπης μας διαπιστώσαμε πως μια μπάρα σταματούσε την διέλευση... ειδοποίηση πως ο δρόμος δεν είχε καθαριστεί από την πρόσφατη χιονόπτωση. Ο Κωνσταντίνος και η Ευαγγελίτσα που μας ακολουθούσαν από την Βοβούσα με το αμάξι τους, μας πρότειναν να φτάσουμε στην Καρδίτσα μέσω Χαλικίου. Η ιδέα ήταν πολύ καλή, εντούτοις όταν ο Κώστας Π. έβαλε στο GPS την συγκεκριμένη διαδρομή, συνειδητοποιήσαμε πως δεν μας έπαιρνε ο χρόνος για κάτι τέτοιο. Έτσι λοιπόν, αφού επιλέξαμε να διασχίσουμε το Μέτσοβο για να ανεφοδιαστούμε, χρησιμοποιήσαμε και πάλι την Εγνατία Οδό μέχρι την έξοδο για Καλαμπάκα όπου στα Μετέωρα, κάναμε μια μικρή στάση για καφέ και ξεκούραση.
Από εκεί και πέρα η διαδρομή ήταν όπως το είχαμε σχεδιάσει αρχικά, καταφέρνοντας να φτάσουμε στο Πειραιά στην ώρα μας...
Επιστρέφοντας προς το σπίτι, έριξα μια κλεφτή ματιά στον χιλιομετρητή, είχε ξεπεράσει τα 1300 χιλιόμετρα... Ήταν από τις ελάχιστες περιπτώσεις, που έχοντας διανύσει αυτή την απόσταση μέσα σε 2 μέρες, δεν ένιωθα κούραση. Πραγματικά, τα απίστευτης ομορφιάς τοπία και οι μοναδικές διαδρομές με είχαν συνεπάρει τόσο, που ο μονότονος αυτοκινητόδρομος της επιστροφής με την αυξημένη κίνηση, δεν ήταν ικανός να μου χαλάσει την διάθεση!
Θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς την παρέα του MotoAdventures, που για δεύτερη συνεχή φορά, που με κάλεσαν στην ετήσια συνάντησή τους, δίνοντάς μου την ευκαιρία να περάσω όμορφες ταξιδιωτικές και παρείστικες στιγμές! Επίσης, θα ήθελα να εκφράσω ένα μεγάλο ΜΠΡΑΒΟ στον Κώστα Π. για την εκπληκτική διαδρομή που σχεδίασε, δίνοντάς μας την ευκαιρία να γνωρίσουμε τους φιλικούς ιδιοκτήτες των καταφυγίων Μελισσουργών και Βοβούσας, αλλα και το φίλο φωτογράφο Κωνσταντίνο και Ευαγγελίτσα.
Εύχομαι καλή αντάμωση σύντομα φίλοι μου...