Με το που ξυπνήσαμε το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν η πυκνή ομίχλη που επικρατούσε. Δεν την έκοβες ούτε με μαχαίρι!!! Θεωρήσαμε πως ήταν μια καλή δικαιολογία για να καθυστερήσουμε λίγο την αναχώρησή μας.
Το πρόγραμμα της ημέρας προέβλεπε περίπου 150χλμ. ορεινής διαδρομής μέσα στα βουνά Sureanu – Cindrei – Lotrului. Ο Florin & Mihai μας είπαν πως η συγκεκριμένη διαδρομή ονομάζεται «transaplina». Με βάση τον χάρτη τα περάσματά της δεν είναι ιδιαιτέρως ψηλά, περίπου στα 1.700μ., με εξαίρεση το ένα από αυτά που φτάνει τα 2.230μ., αλλά δεν ήμασταν σίγουροι πως το επισκεπτόμασταν καθώς δεν γνωρίζαμε την κατάσταση του δρόμου.
Κατεβήκαμε στο ισόγειο του ξενοδοχείου για πρωινό και κατά τις 10πμ. ήμασταν έτοιμοι προς αναχώρηση. Ακολουθήσαμε τις πινακίδες για Sebes, μια μικρή κωμόπολη που απείχε 17χλμ. Η κίνηση μέτρια και φυσικά πάντα με παρουσία φορτηγών, λόγω του γεγονότος πως ο ίδιος δρόμος οδηγούσε στο Bucuresti. Μάλιστα σε κάποιο σημείο μπλοκάραμε, επειδή έφτιαχναν μια γέφυρα και είχαν κόψει την κυκλοφορία, υποχρεώνοντας τα οχήματα να περάσουν το ποτάμι διαμέσου πλωτής γέφυρας του στρατού!!!
Μόλις περάσαμε στο Sebes (13χλμ.), ακολουθήσαμε την σήμανση για Sugag (21χλμ.). Περάσαμε το Petresti (23χλμ.) και ουσιαστικά μπαίναμε στο οδικό δίκτυο (67C) που οδηγούσε στους ορεινούς όγκους της κεντρικής Τρανσυλβανίας. Η διαδρομή άρχισε από νωρίς να δείχνει το πόσο όμορφη ήταν. Ειδικότερα μετά το χωριό Capalna (21χλμ.) το τοπίο ήταν φανταστικό! Κατά μήκος της υψώνονταν ψηλά δέντρα και η βλάστηση ήταν πυκνή. Ο καλής ποιότητας δρόμος με τις άνετες στροφές ακολουθούσε την πορεία του ποταμού Sebes, κάνοντας το τοπίο περισσότερο εντυπωσιακό!
Δεν ήταν λίγες οι φορές που συναντήσαμε τεχνητές λίμνες. Ο ποταμός χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, οπότε έχουν δημιουργηθεί φράγματα για αυτόν τον λόγο. Ανεβαίνοντας υψομετρικά συναντήσαμε κάποια μικρά που επηρέαζαν καθόλου την πορεία μας. Η κίνηση ελάχιστη… σχεδόν ανύπαρκτη.
Κάποια στιγμή πάτησα -χωρίς να καταλάβω- ένα κομμάτι σίδερο που βρισκόταν στον δρόμο. Αυτό εξεσφενδονίστηκε και παραλίγο να χτυπήσει τον Γιώργο Ζ. που ακολουθούσε. Αμέσως σταμάτησα να δω αν όλα ήταν εντάξει και να ελέγξω και την κατάσταση του ελαστικού της πίσω ρόδας. Ευτυχώς το κακό ήταν μικρό, καθώς η λάμα είχε χαρακώσει το λάστιχο, ευτυχώς σε σημείο που υπάρχει αρκετό πέλμα. Ευχήθηκα να ήταν επιφανειακό και να μην χάνω αέρα, καθώς σε κάθε άλλη περίπτωση τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα στο σημείο που ήμασταν.
Συνεχίζοντας φτάσαμε σε μια μεγάλη τεχνητή λίμνη περίπου στα 1400μ. υψόμετρο. Η θερμοκρασία κοντά στους 0 βαθμούς. Σταματήσαμε να απολαύσουμε την θέα και συνεχίσαμε κινούμενοι περιμετρικά της λίμνης για μερικά χιλιόμετρα. Ανεβαίνοντας υψομετρικά συναντήσαμε τα πρώτα έργα που πραγματικά έκοβαν τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Αναγκαστήκαμε να κινηθούμε σε χωματόδρομους που σε μερικά σημεία τους είχαν λάσπη. Για καλή μας τύχη δεν είχε βρέξει πρόσφατα και η συχνή διέλευση των μηχανημάτων που έκαναν τα έργα, είχαν πατήσει τον χωματόδρομο κάνοντας το οδόστρωμα περισσότερο βατό.
Περάσαμε από υψόμετρο που έφτανε τα 1.700μ. χωρίς να υπάρχει κάποια ιδιαίτερη σήμανση. Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε υψομετρικά, μέχρι την διασταύρωση που οδηγούσε δυτικά για Petrosani (34χλμ.) και ανατολικά για Voineasa (47χλμ.) και Ramnicu Valcea. Στο σημείο εκείνο υπήρχε μια πανσιόν και ένα εστιατόριο. Κινηθήκαμε δυτικά προκειμένου να προσεγγίσουμε το πέρασμα που βρισκόταν σχετικά κοντά από το σημείο που ήμασταν και μετά θα επιστρέφαμε με κατεύθυνση την Voineasa.
Μετά από περίπου 5-10χλμ. φτάσαμε στο πέρασμα που ουσιαστικά αποτελεί τα όρια των νομών Hunedoara – Vilcea. Επιστρέψαμε συναντώντας και πάλι έναν βατό χωματόδρομο και μια πηγή που είχε παγωμένους σταλακτίτες νερού… η θερμοκρασία –όπως υπολογίζαμε από ένα θερμόμετρο που είχαμε- κάτω από το μηδέν… Δεν κρυώναμε όμως… ίσως να είχαμε συνηθίσει, ίσως να είχαμε χάσει τις αισθήσεις του κρύου στο δέρμα μας (!)….
Επιστρέφοντας βρήκαμε και το κόμβο που οδηγούσε στο πέρασμα στα 2228μ. με νότια κατεύθυνση. Μια πινακίδα μας ενημέρωνε πως ο δρόμος είναι κλειστός για την δημόσια κυκλοφορία. Έχοντας συναντήσει τόσα πολλά έργα πριν, δεν το ρισκάραμε να πάμε μέχρι εκεί. Δεν γνωρίζαμε την κατάσταση του δρόμου και η πληροφόρησή μας για εκεί ήταν μάλλον αποθαρρυντική (τουλάχιστον για την συγκεκριμένη εποχή).
Οδηγήσαμε ανατολικά μέχρι που συναντήσαμε την λίμνη Vidra. Το τοπίο μέσα στα έλατα… Στην απέναντι πλευρά της λίμνης μπορούσαμε να διακρίνουμε τα άχαρα κτίρια του ενός ξενοδοχείου… σαν παραφωνία στην ομορφιά του τοπίου. Αν και θέλαμε να σταματήσουμε κάπου για ξεκούραση και καφέ, προτιμήσαμε να μην επισκεφτούμε τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις.
Η διαδρομή συνέχισε να είναι ελικοειδής, αλλά η κατάσταση του δρόμου δεν ήταν καλή. Πολλές λακούβες μας δυσκόλευαν και έπρεπε να ήμαστε προσεκτικοί, χωρίς να μπορούμε να απολαύσουμε το τοπίο. Κάποια στιγμή δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε πλέον την λίμνη και ο δρόμος άρχισε να κατηφορίζει. Η κατάστασή του καλυτέρευσε.
Φτάνοντας στο χωριό Voineasa, αποφασίσαμε να σταματήσουμε για να ξεκουραστούμε και να πιούμε έναν καφέ. Είχαμε αποφασίσει –εξάλλου- να φτάσουμε στο Bucuresti και δεν θέλαμε να μας πιάσει και πολύ το βράδυ, λόγω του κρύου. Βρήκαμε ένα συμπαθητικό cafe ενός ξενοδοχείου σε ένα πολύ όμορφο περιβάλλον. Ότι έπρεπε για εκείνη την ώρα. Το χωριό διέθετε αρκετές πανσιόν.
Κατά τις 4.30μμ. αναχωρήσαμε με οδηγούς τις πινακίδες για Brezoi (36χλμ.) Ο δρόμος ήταν σε καλή κατάσταση και η βλάστηση αρκετή. Συναντούσαμε μικρά χωριά και κατά μήκος της διαδρομής ήταν ο ποταμός Lotru. Πάλι συναντήσαμε αρκετά φράγματα.
Στο χωριό Brezoi ο δρόμος συναντούσε το οδικό δίκτυο Ramnicu Valcea (38χλμ.)– Pitesti (102χλμ.)– Bucuresti (216χλμ.). Η διαδρομή πραγματικά εντυπωσιακή αν εξαιρέσεις τα πολλά φορτηγά που δεν μας άφηναν το περιθώριο να την απολαύσουμε. Εν πάση περιπτώσει η διαδρομή ακολουθούσε τον ποταμό Olt ανάμεσα από βραχώδεις όγκους και μάλιστα σε κάποια σημεία κινούμασταν πάνω ακριβώς από τον ποταμό!!!
Για περίπου 100χλμ. η διαδρομή μας δυσκόλεψε λίγο λόγω της κίνησης και κυρίως λόγω ότι πλέον αρχίσει να νυχτώνει. Πάντως για εθνικό δίκτυο δεν ήταν καθόλου μονότονη διασχίζει όμορφες περιοχές με έντονη βλάστηση.
Μόλις φτάσαμε κοντά στο Pitesti συναντήσαμε τον αυτοκινητόδρομο και ήρθε η ώρα της λύτρωσης… μπορούσαμε πλέον να κινηθούμε με άνεση και πιο γοργά με περισσότερη ασφάλεια… Μοναδικό μειονέκτημα ήταν η παντελής έλλειψη φωτισμού κατά μήκος της διαδρομής.
Κατά τις 8μμ μπαίναμε στο Bucuresti. Τα φώτα της πόλης έφεραν και την χαρά στα πρόσωπά μας. Δεν βλέπαμε την ώρα να φτάσουμε στο hostel, να αλλάξουμε και να βγούμε για φαγητό. Έτσι κι έγινε… Είδαμε πως βρεγμένους τους δρόμους και τότε συνειδητοποιήσαμε πως είχαμε γυρίσει ένα μεγάλο μέρος της Ρουμανίας, χωρίς να βραχούμε καθόλου… παρά την κακοκαιρία και το κρύο που επικρατούσε!
Όταν επιστρέψαμε στο hostel και πέσαμε στα κρεβάτια μας, ήμασταν σίγουροι πως είχαμε πάρει την σωστή απόφαση να επιστρέψουμε στο Bucuresti την προτελευταία μέρα της αναχώρησή μας στην Ελλάδα. Θέλαμε η τελευταία μέρα να ήταν χαλαρή για να είμαστε ξεκούραστοι για την επιστροφή… Πέρα από αυτό ήταν μια καλή ευκαιρία να δει ο Γιώργος Z την πρωτεύουσα περισσότερο…