Η σημερινή μέρα προέβλεπε να επισκεφτούμε το Eskisehir και να καταλήξουμε στην Kutahya. Τις ημέρες του ταξιδιού που δεν είχαμε πολλούς ενδιάμεσους προορισμούς, διανύαμε περισσότερα χιλιόμετρα και κουραζόμασταν λιγότερο. Επιπλέον, από την στιγμή που μπήκαμε στην ενδοχώρα, οι θερμοκρασίες έπεσαν αισθητά κάνοντας πιο άνετο το ταξίδι μας.
Σηκώθηκα κατά τις 7πμ. βγήκα για λίγο στο μπαλκόνι. Η εικόνα του δρόμου πολλή διαφορετική από αυτή της προηγούμενης μέρας. Επικρατούσε ησυχία και δεν κυκλοφορούσε σχεδόν κανένας. Σε λίγη ώρα θα μετατρεπόταν σε ένα πολύβουο δρόμο με τους ανθρώπους να περπατούν προς όλες τις κατευθύνσεις μοιάζοντας με μυρμήγκια.
Κατά τις 10.30πμ. αναχωρούσαμε με προορισμό το Eskisehir (135χλμ). Αρχικά, είχαμε σαν οδηγούς τις πινακίδες για Izmir, ενώ στην συνέχεια για Eskisehir και Seyitgazi. Η διαδρομή στην αρχή ήταν αδιάφορη, διασχίζοντας μια πεδιάδα που βρισκόταν στα 950μ. υψόμετρο. Διανύοντας μερικά χιλιόμετρα, περάσαμε το χωριό Gazlikoy που αποτελεί γνωστό θέρετρο εξαιτίας των ιαματικών νερών που διαθέτει.
Συνεχίζοντας, λίγο παρακάτω, συναντήσαμε τις πινακίδες που οδηγούσαν σε διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, όπως το Ayazini, Aslantas, κα. Ενδεχομένως να παρουσίαζαν κάποιο ενδιαφέρον, αλλά όπως είχα διαβάσει στους οδηγούς, ήταν δύσκολα προσβάσιμοι, λόγω της κατάστασης του οδοστρώματος. Έτσι λοιπόν, προχωρήσαμε με προορισμό την πόλη του Μίδα.
Η διαδρομή πλέον είχε γίνει πιο ενδιαφέρουσα. Το τοπίο περιλάμβανε -σε πολλά σημεία του- πεύκα, αλλά και βραχώδεις εκτάσεις με μια ιδιαίτερη ομορφιά. Ο δρόμος ήταν σε καλή κατάσταση, χωρίς να μας δημιουργεί πρόβλημα στην οδήγηση. Στο χωριό Gokbahce οι χάρτες μας ενημέρωναν πως βρισκόταν η διασταύρωση για τον αρχαιολογικό χώρο της πόλης του Μίδα. Έτσι λοιπόν αποφασίσαμε να τον ακολουθήσουμε τον βατό χωματόδρομο, με κάποια σημεία του να θέλουν μια μικρή προσοχή. Μετά από 5-7χλμ. φτάσαμε σε έναν μικρό οικισμό, διαπιστώνοντας πως υπήρχε ασφαλτοστρωμένος δρόμος. Προφανώς είχαμε επιλέξει λάθος διασταύρωση, πράγμα που επιβεβαιώσαμε όταν επιστρέψαμε (υπήρχε πινακίδα για Yazilikaya – Midas Sehir 18χλμ.)
Από εκεί και πέρα συνεχίσαμε άνετα, διασχίζοντας μια περιοχή που βρισκόταν σε οροπέδιο. Από μακριά μπορούσαμε να διακρίνουμε κάποιους βράχους που έμοιαζαν σαν αυτούς που υπάρχουν στην Καππαδοκία. Αφού περάσαμε το χωριό Yapildak, μετά από μερικά χιλιόμετρα, φτάσαμε στο Yazilikaya, που φιλοξενούσε τον αρχαιολογικό χώρο.
Κάποιες πινακίδες μας οδήγησαν στην είσοδο του χώρου. Εκεί εμφανίστηκε ο φύλακας που μας υποδέχτηκε με μεγάλη προθυμία, ρωτώντας από πού ερχόμασταν. Όταν του είπαμε, μας έδειξε μια στήλη στην οποία ήταν χαραγμένη μια ελληνική επιγραφή. Μας πρότεινε να κεράσει καφέ ή τσάι. Από εκείνο το σημείο η ακρόπολη της πόλης του Μίδα απείχε 100μ. και ήταν εύκολα προσβάσιμη.
Ο Μίδας ήταν ένας από τους σημαντικότερους βασιλείς της αρχαίας Φρυγίας. Ενός λαού που είχε φτάσει στην περιοχή προερχόμενος από τα Βαλκάνια. Το πρόσωπο του Μίδα είχε συνδεθεί με τον μύθο που σχετίζεται με τα πλούτη και την απληστία του, καθώς είχε ζητήσει από τους θεούς ότι έπιανε να γίνεται χρυσός. Ο χώρος διαθέτει πετρώματα αντίστοιχα με αυτά της Καππαδοκίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία λαξευτών μνημείων πάνω στους βράχους. Σταθήκαμε άτυχοι, καθώς πετύχαμε τον μνημειακό τάφο του βασιλιά σε φάση συντήρησης. Όμως σε κοντινή απόσταση, είχαμε την δυνατότητα να δούμε έναν βράχο γεμάτο τρύπες που αποτελούσαν οικίες των κατοίκων που έμειναν στην περιοχή στους προηγούμενους αιώνες. Μέσα στους βράχους είχαν λαξευτεί ολόκληρα δωμάτια τα οποία διέθεταν πόρτα, παράθυρα, τζάκι, κρεβάτι, ράφια, κα.
Ένα μονοπάτι αγκαλιάζει περιμετρικά της ακρόπολης καταλήγοντας σε αυτή. Δεν υπάρχουν κάποια ευρήματα, πέρα από τα λαξευμένους βράχους. Ανεβαίνοντας στην κορυφή, είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την πανοραμική θέα της ευρύτερης περιοχής. Διακρίναμε και άλλες ακροπόλεις/φρούρια που βρίσκονταν περιμετρικά του οροπεδίου.. Πραγματικά άξιζε τον κόπο η επίσκεψη! Η είσοδος ήταν ελεύθερη από την ανατολή μέχρι την δύση του ήλιου.
Επιστρέψαμε στο κεντρικό οδικό δίκτυο, μέσω την ασφαλτοστρωμένης διαδρομής (18χλμ.), και ακολουθήσαμε την κατεύθυνση για Seyitgazi. Ο δρόμος, μέχρι εκεί, ήταν στο ίδιο όμορφο μοτίβο, ενώ κάποια στιγμή συναντήσαμε και μια μικρή όμορφη λίμνη. Μετά το Seyitgazi -και για τα επόμενα 35χλμ.- ο δρόμος καλυτέρευσε, αλλά έγινε κάπως μονότονος.
Κατά 3μμ. μπαίναμε στο Eskisehir, που παρά το γεγονός πως σημαίνει «παλαιά πόλη», τίποτα δεν σου δίνει την εντύπωση για κάτι τέτοιο! Συναντήσαμε ψηλά, καλοδιατηρημένα κτίρια, βαμμένα σε διάφορα χρώματα και σχέδια. Ήταν τακτοποιημένη, προκαλώντας μια πολλή θετική άποψη. Σύντομα βρεθήκαμε στο παλαιό τμήμα της πόλης, το οποίο μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση! Τα παραδοσιακά σπίτια ήταν συντηρημένα και πολλά από αυτά αναστηλωμένα. Τα χρώματά τους διαφορετικά, χωρίς όμως να προκαλούν αντιθέσεις και κακογουστιές. Εκείνο, όμως, που προκαλούσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ήταν πως ακόμα και τα «χαμόσπιτα» ήταν συντηρημένα και φρεσκοβαμμένα! Πραγματικά το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό!!!
Καθίσαμε σε μια καφετέρια στην κεντρική πλατεία κάτω από την σκιά μεγάλων δέντρων. Οι περισσότεροι πελάτες ήταν ντόπιοι και εμείς αισθανόμασταν «σαν την μύγα μέσα στο γάλα». Ήπιαμε τσάι και ξεκουραστήκαμε. Φυσικά δεν μιλούσε κανείς αγγλικά και η συνεννόηση, με την κοπέλα που μας σέρβιρε, ήταν στα τούρκικα. Το αστείο ήταν πως όταν τους έλεγες 1-2 λέξεις στην γλώσσα τους, νόμιζαν ότι καταλαβαίνεις, οπότε άρχιζαν την κουβέντα! Κάτι τέτοιο συνέβη με έναν ηλικιωμένο κύριο, που ήρθε να μας μιλήσει την ώρα της αναχώρησης.
Πριν αφήσουμε το όμορφο Eskisehir, κάναμε μια βόλτα οδηγώντας στα σοκάκια της παλιάς πόλης. Ανακαλύψαμε περισσότερες όμορφες γωνιές. Μικρά παιδιά έπαιζαν στους δρόμους και μόλις σταματούσαμε έρχονταν κοντά μας για να πουν τις 2-3 λέξεις που ήξεραν στα αγγλικά.
Ακολουθήσαμε την κατεύθυνση για Izmir – Kutahya (75χλμ.) Ο δρόμος μέχρι την διασταύρωση -λίγο πριν το Bozuyuk- θα έλεγα πως ήταν κάπως αδιάφορος. Στην συνέχεια περνούσε μέσα από πευκώδεις εκτάσεις συναντώντας την τεχνητή λίμνη που σχηματιζόταν από το φράγμα Porsuk baraji. Κατά τις 6.30μμ μπαίναμε στην Kutahya. Είναι γνωστή για τις πορσελάνες της. Ο κεντρικός δρόμος κατέληγε στην πλατεία. Το χαρακτηριστικό σιντριβάνι με το βάζο, ήταν σήμα κατατεθέν της πόλης. Ξεκινήσαμε να βρούμε κατάλυμα. Εγώ έμεινα στις μοτοσικλέτες ενώ τα παιδιά –πεζοί- ρωτούσαν στα κοντινά –και πιο μακρινά- καταλύματα. Κάποια στιγμή επέστρεψαν μαζί με έναν Τούρκο φοιτητή που είχε ήθελε να βοηθήσει, αλλά όπου τους πήγαινε τα καταλύματα ήταν κλειστά! Με αυτά και αυτά, πέρασε ένα 2ώρο. Κατά τις 8μμ. καταλήξαμε σε ένα ξενοδοχείο, μόλις μερικά μέτρα παρακάτω (Ηοtel Erbaylar 140LT/τρίκλινο + πρωινό).
Αφού τακτοποιηθήκαμε, βγήκαμε μια βόλτα στην πόλη για φαγητό. Ο κεντρικός πεζόδρομοw διαθέτε πλήθος καταστημάτων και εστιατορίων. Επιλέξαμε ένα από αυτά που δεν είχε τουριστικό χαρακτήρα. Οι πελάτες τους ήταν ντόπιοι και κυρίως οικογένειες. Το φαγητό ήταν πολύ νόστιμο και οι τιμές καλές. Πριν επιστρέψουμε για ύπνο, συνεχίσαμε την βόλτα μας μέχρι το Ulu Camii, το μεγαλύτερο τζαμί της πόλης που βρίσκεται κοντά στο παλιό τμήμα της. Το τζαμί ήταν γεμάτο κόσμο, καθώς το πετύχαμε σε ώρα προσευχής. Για να είμαι ειλικρινής δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο στην Τουρκία.