Ξυπνήσαμε και ετοιμαστήκαμε για την αναχώρηση, χωρίς πολλές καθυστερήσεις. Αφήσαμε το κλειδί στην ρεσεψιόν και κάναμε τα παράπονά μας για όλα όσα είχαν συμβεί την προηγούμενη μέρα. Δεν ξέρω κατά πόσο κατάλαμε η υπάλληλος όλα όσα της είπαμε, τόσο για τον τρόπο που παραλάβαμε το κλειδί, όσο και για την κατάσταση του δωματίου.
Πριν αναχωρήσαμε, είπαμε να κάνουμε μια τελευταία βόλτα στην πόλη για την δούμε και να μην μας μείνει η μοναδική εικόνα από το προηγούμενο βράδυ. Κατευθυνθήκαμε αρχικά στους ίδιους δρόμους προς το λιμάνι, επιλέγοντας αυτή την φορά να πάμε προς την δυτική πλευρά της πόλης. Εκεί βρισκόταν ένα μνημείο προς τιμή των πεσόντων στην μάχη της πόλης το 1940. Μπροστά ακριβώς απλωνόταν μια παραλία και ένας λιμενοβραχίονας που οριοθετούσε μια μικρή μαρίνα. Ελάχιστοι ήταν οι άνθρωποι που είχαν έρθει... παρατηρώντας λίγο καλύτερα συνειδητοποιήσα πως τα νερά της θάλασσας είχαν απομακρυνθεί από την ακτή, αφήνοντας εκτεθειμένο ένα απέραντο τμήμα του πυθμένα. Βρισκόμασταν μπροστά στο φαινόμενο της άμπωτης και την πλημμυρίδας! Φαινόμενο που οφείλεται στην θέση και την βαρυτική έλξη της σελήνης! Η αλήθεια είναι πως το είχα μόνο ακουστά και ποτέ δεν το είχα δει στην πραγματικότητα! Ηταν πραγματικά εντυπωσιακό!
Αφού χαζέψαμε την εικόνα για αρκετή ώρα, πήραμε τον δρόμο προς το κέντρο για να βρούμε κάτι φαγώσιμο και να ανεφοδιαστούμε με καύσιμα. Το βενζινάδικο βρέθηκε άμεσα. Την ώρα που ετοιμαζόμασταν να αναχωρήσουμε, ένας νεαρός μας καλημέρισε στα ελληνικά! Στην αρχή πιστέψαμε πως ήταν κάποιος ντόπιος που είχε έρθει στην Ελλάδα διακοπές. Οταν όμως συνέχισε να μας μιλάει, καταλάβαμε πως ήταν Ελληνας. Ο Τάσος ήταν από την Πάτρα και είχε εγκατασταθεί στο Saint Nazaire πριν 9 μήνες, λόγω της γυναίκας του που ήταν Γαλλίδα και καταγόταν από το συγκεκριμένο μέρος. Παρά το γεγονός πως δεν ήταν πολύς ο καιρός που είχε φύγει από την Ελλάδα, του φάνηκε πολύ παράξενο που συνάντησε και μίλησε ελληνικά με κάποιους ταξιδιώτες και μάλιστα μοτοσικλετιστές.
Θεωρήσαμε πως ήταν μια καλή ευκαιρία -για να μην πω αφορμή- να περιηγηθούμε λίγο παραπάνω στα παραλιακώς πριν αρχίσουμε να κατευθυνόμαστε προς την ενδοχώρα. Ξεκινώντας από το Saint Nazaire κινηθήκαμε παραλιακά και ουσιαστικά βρισκόμασταν συνεχώς σε κατοικημένες περιοχές. Τα περίχωρα της πόλης, όσο και τα μικρά χωριά ήταν σχεδόν ενωμένα, αποτελώντας τουριστικούς προορισμούς. Οι παραλίες ήταν στο ίδιο στυλ με το φαινόμενο της άμπωτης-πλημμυρίδας. Βρισκόμενοι ακόμα στο Saint Nazaire, συναντήσαμε ένα σημείο που οι βάρκες -λόγω του φαινομένου- βρίσκονταν ουσιαστικά έξω από το νερό, ενώ κάποιες από αυτές είχαν γύρει. Κατέβηκα στην παραλία και προσπάθησα να τις πλησιάσω... Σύντομα όμως κατάλαβα πως το χώμα ήταν πολύ μαλακό, σαν βάλτος, και βυθιζόσουν σε αυτό!
Τα σπίτια είχαν σχεδόν την ίδια αρχιτεκτονική σε γενικές γραμμές: λευκά με σκούρες γκρι κεραμιδοσκεπές. Κάποια είχαν κάπως πιο μοντέρνα αρχιτεκτονική και άλλα παλιομοδίτικη. Στα περισσότερα τα παράθυρα, κάγκελα και κουφώματα ήταν βαμμένα σε αποχρώσεις του μπλε. Σε πολλά σημεία ο δρόμος ακολουθούσε την ακτογραμμή και σε άλλα οδηγούσαμε χωρίς να βλέπουμε θάλασσα, καθώς μόνο κάθετοι δρόμοι -πολλές φορές ιδιωτικοί- έφταναν στην παραλία και ήταν αδιέξοδοι.
Κάναμε μια στάση στην Plage de monsieur Hulot. Μας τράβηξε την προσοχή ένα σιδερένιο άγαλμα που απεικόνιζε έναν ηλικιωμένο να αγναντεύει την θάλασσα. Βρισκόταν σε μια προβλήτα που θύμιζε κατάστρωμα και κουμπαστή πλοίου. Το άγαλμα ήταν ο Monsieur Hulot, o Γάλλος Charchot, που είχε πρωταγωνιστήσει σε σειρές ταινιών τις δεκατίες 50-60. Κάποια γυρίσματα είχαν πραγματοποιηθεί στην συγκεκριμένη τοποθεσία, με αποτέλεσμα η παραλία να συνδεθεί με τον συγκεκριμένο κωμικό χαρακτήρα και να πάρει το όνομά του.
Διανύοντας μερικά χιλιόμετρα φτάσαμε στο Le Pouliguer, που εξέμπεπε έναν διαφορετικό αέρα. Η μικρή μαρίνα του ήταν γεμάτη μικρά σκάφη, δίνοντας έναν πιο κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Σταματήσαμε δίπλα σε ένα καρουζέλ και στο μνημείο παιδιών της πόλης που σκοτώθηκαν από τους Ναζί. Μείναμε για αρκετή ωρίτσα χαζεύοντας το τοπίο και τους περαστικούς, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να πάρουμε μια γεύση της καθημερινότητάς τους.
Αφήσαμε το Le Pouliguer με προορισμό το Parc de Briere. Διασχίσαμε μια περιοχή με μικρές αλυκές μέχρι να φτάσουμε στον κόμβο για St. Lyphard και Missillac. Είχαμε διαβάσει πως επρόκειτο για ένα φυσικό πάρκο με όμορφα χωριά με παραδοσιακά σπίτια, λίμνες και ένα εντυπωσιακό Chateau. Οδηγήσαμε με την βοήθεια του GPS στον άξονα για St.Lyphard - Missillac, χωρίς να ακολουθούμε ακριβώς τις οδηγίες. Οπου βλέπαμε πως υπήρχαν λίμνες αλλάζαμε την πορεία μας προς τα εκεί. Διασχίσαμε οικισμούς και χωριά με λευκά σοφατισμένα σπίτια που η σκεπή τους ήταν κατασκευασμένη με λεπτά καλάμια. Ηταν περιποιημένα, δίνοντάς σου την εντύπωση πως ήταν βγαλμένα από παραμύθι! Στις λίμνες μπορούσες να κάνεις βαρκάδες και υπήρχαν πολλοί σηματοδοτημένοι ποδηλατόδρομοι.
Περιηγηθήκαμε για αρκετή ώρα, χωρίς όμως να έχουμε καταφέρει να βρούμε το chateau. Τελικά πριν το Misillac βρεθήκαμε στην είσοδο του εντυπωσιακής έπαυλης Chateau de la Bretesche. Πρόκειται για έναν καλοσυντημένο πύργο, στις όχθες μιας μικρής λίμνης μέσα σε ένα καταπράσινο τοπίο. Είναι επισκέψιμο ορισμένες ώρες και στις μέρες μας λειτουργεί ως πολυτελές ξενοδοχείο και εστιατόριο. Ουσιαστικά αυτό αποτέλεσε την τελευταία μας στάση μέσα στο Parc de Briere, πριν πάρουμε τον δρόμο για το Saint Malo, που απείχε περί τα 200χλμ.
Βρισκόμασταν στην επαρχία της Βρετάνης και ενδεχομένως ένα σενάριο θα ήταν να κινηθούμε προς τα δυτικά παράλιά της, που απείχαν περί τα 250χλμ. Σίγουρα θα χρειαζόμασταν 1-2 μέρες επιπλέον για να καταλήξουμε στο Saint Malo. Δυστυχώς δεν είχαμε τον χρόνο για κάτι τέτοιο, καθώς θέλαμε να πάρουμε και μια γεύση από Νορμανδία. Ετσι λοιπόν συνεχίσαμε για Saint Malo, με σκοπό να βρούμε ξενοδοχείο και να πάμε στο Mon Saint Michel. Ακολουθώντας το εθνικό δίκτυο (χωρίς διόδια) για Redon - Rennes - Dinan, οδηγήσαμε με γοργούς ρυθμούς σε έναν άνετο δρόμο, διασχίζοντας ένα καταπράσινο τοπίο, που μας έκανε να μην θεωρήσουμε τα χιλιόμετρα αυτά μονότονα.
Κατά τις 5.30μμ φτάσαμε στο HotelF1 (49 euro) και ευτυχώς βρήκαμε δωμάτιο, χωρίς να έχουμε κάνει κράτηση. Γενικά είχαμε μάθει πως η συγκεκριμένη περιοχή είναι κάπως ακριβή στα καταλύματα, οπότε η συγκεκριμένη λύση φάνταζε αρκετά οικονομική. Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας και κατά τις 6.30μμ ξεκινήσαμε για το Mont Saint Michel, που απήχε περί τα 50χλμ. Περίπου μετά από 30 λεπτά αντικρίζαμε από μακριά την εντυπωσιακή αυτή καστρόπολη! Πλησιάζοντας, συναντήσαμε ένα parking (P9 για μηχανές / 4.2 ευρώ), όπου αφήσαμε τις μοτοσικλέτες και συνεχίσαμε πεζοί προς το αξιοθέατο. Εκ των υστέρων καταλάβαμε τα εξής: Αφήνοντας το όχημά σου, μπορείς από το parking να μπεις (δωρεάν) στο λεωφορείο και να σε μεταφέρει στο αββαείο του Mont Saint Michel, που απέχει περί τα 3-4χλμ. και να επιστρέψεις ανάλογα. Δίπλα στο parking υπάρχει ξενοδοχείο, εστιατόριο, camping, κτλ, όπως επίσης και στα γειτονικά χωριά σε κοντινή σχετικά απόσταση.
Εμείς που δεν γνωρίζαμε για την δυνατότητα χρήσης λεωφορείου, πήγαμε με τα πόδια, έχοντας την ευκαιρία να απολαύσουμε την θέα της καστρόπολης από μακριά και κοντά. Η σύνθεση του γρανιτένιου βράχου με το μεσαιωνικό αββαείο στην κορυφή του και τον κόλπο με το πασίγνωστο φαινόμενο της παλίρροιας είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα αξιοθέατα της Γαλλίας. Είναι αναγνωρισμένο από την UNESCO, ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Γεωγραφικά ανήκει στην Νορμανδία αλλά ανέκαθεν υπήρχε η "διαμάχη" για την κυριότητα του χώρου μεταξύ Βρετάνης - Νορμανδίας. Το 709μΧ χτίστηκε η πρώτη εκκλησία στον βράχο από τον επίσκοπο Avranches. Στην συνέχεια με την εγκατάσταση διαφόρων μοναχών και με δωρεές, το αββαείο μετατράπηκε σε έναν από τους βασικότερους χώρους προσκυνήματος της Δυτικής Ευρώπης. Κατά τον Μεσαίωνα δημιουργήθηκε ο οικισμός περιμετρικά του αββαείου που είχε σκοπό εμπορικό και εξυπηρέτησης μοναχών και προσκηνυτών.
Ο καιρός ήταν πολύ άστατος κατά την επίσκεψή μας, με αποτέλεσμα να μην έχουμε όσο χρόνο θα θέλαμε για να απολαύσουμε την επίσκεψή μας. Παρόλα αυτά επισκεφτήκαμε το εσωτερικό του που διαθέτει μαγαζιά με σουβενίρ, εστιατόρια, ξενοδοχεία, εκκλησίες, προσπαθώντας να διατηρηθεί ο μεσαιωνικός χαρακτήρας και γοητεία της καστρόπολης. Πληρώνοντας κάποιος αντίτιμο μπορείς να ανέβεις σε υψηλότερο σημείο του αββαείου και να απολαύσεις καλύτερα την θέα της ευρύτερης περιοχής. Στην είσοδο της καστρόπολης υπάρχει ένας μεγάλος χωρός, όπου μια πινακίδα ενημερώνει πως απαγορεύεται το παρκάρισμα λόγω του φαινομένου της πλημμύρας, καθώς αυτός ο χώρος μπορεί να σκεπαστεί από νερό!
Κατά τις 9.30μμ αφήσαμε το εντυπωσιακό Mont Saint Michel, επιβεβαιώνοντας την φήμη του! Φεύγοντας μια καταχνιά άρχισε να καλύπτει το μέρος, δημιουργώντας ένα κλίμα μυστηριακό! Στο επόμενο χωριό σταματήσαμε σε μια μικρή πιτσαρία για να προμηθευτούμε το βραδυνό μας γεύμα. Δυστυχώς στο σημείο που ήταν το ξενοδοχείο οι επιλογές μας για την ώρα εκείνη ήταν μηδαμινές. Συννεονηθήκαμε στα γαλλικά (χαχα!) και επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο..