Η κράτηση του δωματίου δεν συμπεριλάμβανε πρωινό, έτσι βολευόμαστε με τις χθεσινοβραδινές προμήθειες. Φορτώνουμε και 7:30 το πρωί πατάμε την 1η «μιζιά», με πορεία ανατολικά.
Μπαίνουμε στον άδειο αυτοκινητόδρομο και μετά από μερικές δεκάδες χιλιόμετρα φτάνουμε στον 1ο σταθμό διοδίων. Οι πληροφορίες μας, έλεγαν ότι μπορούσαμε να πάρουμε κάρτες διοδίων από ένα πρατήριο της Shell πάνω στον αυτοκινητόδρομο. Από ότι όμως καταλάβαμε, όταν φτάσαμε, μάλλον είχαν τελειώσει. Από εκεί μας έστειλαν στο ταχυδρομείο ακριβώς δίπλα στο σταθμό διοδίων.
Φυσικά ο υπάλληλος δεν μιλούσε γρι αγγλικά και μετά από αρκετά ραβασάκια και παντομίμα, μας υποδεικνύει ότι πρέπει να πάρουμε την HGS (High Speed Toll) κάρτα η οποία κοστίζει 45 λίρες (15 αξία έκδοσης κάρτας και 30 περιεχόμενο). Προσπαθήσαμε να μάθουμε μέσα σε πόσο διάστημα θα πρέπει να την καταναλώσουμε και πόσο κοστίζει κάθε διέλευση, αλλά τζίφος. Συνεννόηση μπουζούκι…
Από όσα καταφέραμε να καταλάβουμε, υπάρχει ακόμα μία κάρτα διέλευσης, η OGS, η οποία δεν ήταν διαθέσιμη αλλά αν καταλάβαμε καλά ήταν και πιο ακριβή. Αλήθεια ή ψέματα τώρα, ποιος ξέρει… Η HGS λοιπόν λειτουργεί ασύρματα. Θα πρέπει απλά, να την έχετε σε κάποιο εμφανές σημείο (πχ tankbag στις μοτοσυκλέτες), καθώς όταν περνάτε από σταθμό διοδίων η κάρτα «αναγνωρίζεται» και χρεώνεται με το ανάλογο αντίτιμο. Το ποσό που πληρώσαμε έφτανε για πάνω από 10 περάσματα, αφού δεν υπήρχε κάρτα μικρότερου κόστους. Και εμείς θα περνούσαμε το πολύ 2 φορές... Μην έχοντας άλλη επιλογή, πληρώνουμε το αντίτιμο και συνεχίζουμε γοργά προς Σμύρνη.
Στην πόλη της Σμύρνης αφήνουμε την εθνική και συνεχίζουμε από κεντρικό μεν (2 λωρίδες ανά κατεύθυνση), πιο αργό δε δρόμο. Τα μπλόκα πολλά, συναντήσαμε 4 σε όλη μας την πορεία, άρα το γκάζι μένει κάτω από τα 110 χλμ και η διαδρομή μοιάζει ατελείωτη…
Για να σπάσουμε την μονοτονία της διαδρομής, κάνουμε μια στάση στους βραχώδεις σχηματισμούς Penirbacalari, κοντά στην πόλη Kula. Τα ηφαιστειογενή πετρώματα βρίσκονται μερικές εκατοντάδες μέτρα από τον κεντρικό δρόμο και θυμίζουν έντονα Καππαδοκία. Η περιοχή αναφέρεται και ως Καππαδοκία του Αιγαίου ή Yanikyore που σημαίνει «καμένη γη» στα Τούρκικα, ή «Katakekaumene», το οποίο προέρχεται από την συνώνυμη Ελληνική λέξη. Είναι μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο και αποτελείται από περίπου 80 γεωλογικούς σχηματισμούς, με τους περισσότερους να μοιάζουν σαν καμινάδες.
Συνεχίζουμε την πορεία μας ακολουθώντας ατελείωτες ευθείες, οι οποίες διασχίζουν οροπέδια σε υψόμετρο περίπου 1000 μέτρων. Παρέα μας, αχανείς πεδιάδες με χαμηλή βλάστηση, “βαμμένες” με ένα απαλό κίτρινο-καφέ χρώμα. Οι στάσεις μας ελάχιστες. Μια για ανεφοδιασμό και άλλη μία όταν μας σταμάτησαν σε ένα μπλόκο… απλά για να μας χαιρετίσουν. Και αφού συνεννοηθήκαμε στην άπταιστη νοηματική, συνεχίσαμε την πορεία μας ψάχνοντας ίσκιο για να κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα... Αμ πως… Δέντρο πουθενά στον ορίζοντα…
Και αφού είδαμε και αποείδαμε, επιτέλους κάνουν την εμφάνιση τους 3 πεύκα στην είσοδο ενός βενζινάδικου. Ξαπλάρουμε από κάτω τους, χτυπώντας το φραπεδάκι μας και παίρνοντας ανάσες δροσιάς…
Το αραλίκι μας έχει και γούστο καθώς στην περιοχή υπάρχουν πολλά νταμάρια με θηριώδη οχήματα. Ένα τέτοιο όχημα το οποίο φοράει αλυσίδες κάνοντας εκκωφαντικό θόρυβο, προσπαθεί να μπει για εφοδιασμό στο βενζινάδικο. Στο διάβα του καταστρέφει το τσιμέντο που πατάει και οι υπάλληλοι τρέχουν αλαφιασμένοι να το σταματήσουν. Και αφού το εφοδιάζουν μεταφέροντας ένα ντεπόζιτο στην καρότσα ενός αγροτικού, επιστρέφει προς το νταμάρι μπαίνοντας ανάποδα στο ρεύμα του κύριου οδικού άξονα! Στη συνέχεια βέβαια παρατηρήσαμε δεκάδες ακόμα οχήματα μετά τον εφοδιασμό τους στο πρατήριο, έκαναν ακριβώς το ίδιο πράγμα… Ο λόγος της παρανομίας ήταν ένας κόμβος στα 500 μέτρα, όπου για να τον πλησιάσουν νόμιμα θα έπρεπε να καλύψουν νόμιμα, μια απόσταση τουλάχιστον 4 χιλιομέτρων…
Περνώντας λοιπόν ένα ύψωμα, ξεπρόβαλε μπροστά μας η «απλωμένη» πρωτεύουσα της χώρας. Ο ορίζοντας ήταν τόσο θολός που με δυσκολία μπορούσες να δεις τα όρια της πόλης. Από κάποια σημεία της, ξεπρόβαλαν ουρανοξύστες, ενώ διάφοροι δρόμοι διακλαδίζονταν πριν την είσοδό της.
Έχουμε προαποφασίσει να ψάξουμε για διαμονή κάπου το Golbasi, έτσι ακολουθούμε τον περιφερειακό και στρίβουμε νότια ακολουθώντας τις πινακίδες. Μέσα στην πόλη δεν βρίσκουμε τίποτα έτσι την προσπερνάμε και πέφτουμε πάνω σε ένα μεγαθήριο όπου μας φάνηκε ακριβό. Υπάρχουν 2-3 σε κοντινή απόσταση, άρα χωριζόμαστε για να τα τσεκάρουμε. Τελικά καταλήγουμε στο Ulasan Hotel , το οποίο κάποτε είχε ένδοξες ημέρες. Όχι πως είναι κακό, αλλά φαίνεται πως πια είναι παραμελημένο.
Όπως συνηθίζουμε, η Νατάσα κανονίζει τα διαδικαστικά στο ξενοδοχείο και οι υπόλοιποι ξεφορτώνουμε τις μοτοσικλέτες. Ο υπεύθυνος του ξενοδοχείου ζητάει να συμπληρώσουμε τα στοιχεία μας σε μια κατάσταση, αλλά δυσανασχετεί όταν πιάνει να τα συμπληρώσει η Νατάσα, καθώς μάλλον αυτές είναι αντρικές δουλειές. Μην ξεχνάμε ότι τώρα βρισκόμαστε στην ενδοχώρα και τα πράγματα διαφέρουν αρκετά από τα παράλια. Όταν δε, ήρθε η ώρα της πληρωμής και η Νατάσα έβγαλε την κάρτα από το πορτοφόλι της να πληρώσει, ο υπεύθυνος γούρλωσε τα μάτια σαν να είδε φάντασμα, ρωτώντας τι στο καλό κάνει ο άντρας… Νομίζω πως η αποστομωτική απάντηση της Νατάσας τον προσγείωσε απότομα: “Οδηγάει…”
Τακτοποιούμαστε, μπανιαριζόμαστε και απλά μεταφερόμαστε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου με θέα την λίμνη Mogan για να αναπληρώσουμε τις θερμίδες που χάσαμε όλη μέρα. Το gourmet φαγητό του, με το ζόρι καταφέρνει να καλύψει το κενό των στομαχιών μας…