Το σημερινό πρωινό δεν είναι τόσο «φωτεινό», όπως τα προηγούμενα. Από τα παράθυρα μπορούμε να διακρίνουμε το λευκό του ουρανού, σημάδι συννεφιάς. Τα γύρω βουνά είναι σκεπασμένα με ομίχλη, η οποία φτάνει μέχρι τα πρώτα σπίτια του Goris. O καιρός «μυρίζει» βροχή… Χωρίς πολλές καθυστερήσεις ετοιμάζουμε τα πράγματά μας και κατεβαίνουμε για πρωινό. Την ώρα που βρισκόμαστε στον χώρο του εστιατορίου, αρχίζουν να πέφτουν οι πρώτες ψιχάλες που σύντομα μετατρέπονται σε κανονική βροχή.
Καθώς περιμένουμε τη βροχή να κόψει, πιάνουμε κουβέντα με μια κοπέλα που κάθεται στο διπλανό τραπέζι. Μιλάει καλά αγγλικά και το όνειρο της είναι να ταξιδέψει τον κόσμο με μοτοσυκλέτα. Γεμάτη ενθουσιασμό μας ρωτάει δεκάδες πράγματα περί ταξιδιού και μοτοσυκλέτας, καθώς στα μάτια της φαινόμαστε τουλάχιστον σαν τον Μάρκο Πόλο. Μας λέει ότι γενικά οι μοτοσυκλέτες σπανίζουν στη χώρα και γενικά είναι πολύ δύσκολο για μια γυναίκα να οδηγήσει μοτοσυκλέτα, καθώς θεωρείται καθαρά αντρικό σπορ. Εμείς με την σειρά μας της ευχόμαστε να πραγματοποιήσει το όνειρο της μέσα απ’την καρδιά μας και ετοιμαζόμαστε για αναχώρηση, καθώς η βροχή έχει κόψει για τα καλά.
Οι υπάλληλοι, μαζί με την υπεύθυνη του ξενοδοχείου βγαίνουν στο πάρκινγκ για να μας αποχαιρετίσουν, δημιουργώντας μας ένα ευχάριστο συναίσθημα. Είναι ο επίλογος της 3ήμερης διαμονής μας στο Goris, που μας έχει αφήσει πολύ θετικές εντυπώσεις.
Παίρνουμε τον δρόμο αρχικά για Sisian που απέχει περί τα 30χλμ. Το οδόστρωμα είναι σε μέτρια κατάσταση και σε συνδυασμό με την βροχή κάνει την οδήγηση «αγχωτική», καθώς πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για το αν οι λιμνούλες νερού που σχηματίζονται, κρύβουν κάποια μεγάλη τρύπα.
Στη διασταύρωση για την «Γέφυρα του Διαβόλου» συνεχίζουμε ευθεία, καθώς είναι μάταιο να προσπαθήσουμε να την επισκεφτούμε με αυτόν τον καιρό. Σε λίγο η κατάσταση δυσκολεύει ακόμα περισσότερο. Η βροχή δίνει την θέση της σε πυκνή ομίχλη, τόσο πυκνή, που δεν μπορούμε να δούμε ούτε στα δύο μέτρα μπροστά μας… Με ανοιχτά φώτα, φώτα ομίχλης αλλά και αλάρμ, οδηγούμε με χαμηλή ταχύτητα και πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, σε αντίθεση με τα οχήματα που συναντάμε στην πορεία μας τα οποία οδηγούν σαν να μην συμβαίνει τίποτα, κινούνται με υψηλή ταχύτητα και προσπερνούν φορτηγά σε συνθήκες «ορατότητας μηδέν»!
Η ομίχλη συνεχίζει για αρκετή ώρα και καθώς κινούμαστε σε περίπου 1700μ υψόμετρο, δεν περιμένουμε να ξεμπλέξουμε εύκολα. Κι όμως, λίγο παρακάτω όλα αλλάζουν. Η ομίχλη εξαφανίζεται και την θέση της παίρνει ένας λαμπερός ήλιος. Τύχη βουνό, καθώς βρισκόμαστε ελάχιστα χιλιόμετρα πριν το Sisian και ειδικότερα κοντά στο σημείο που θέλουμε να κάνουμε μια μικρή επίσκεψη.
Στην πρώτη πινακίδα, που συναντάμε, για Sisian, στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας έναν βατό χωματόδρομο 2χλμ μέχρι το Zorats Karer (ή Karahundj ή Carahunge) και σύντομα ξεπροβάλει μπροστά μας το «stonehenge» της Αρμενίας. Παρκάρουμε τις μοτοσυκλέτες στο υποτιθέμενο χώρο πάρκινγκ και με την ευκαιρία βγάζουμε και τα αδιάβροχα, που ήδη έχουν αρχίσει να μας κάνουν να βράζουμε.
Στον χώρο, με μια πρώτη ματιά, παρατηρούμε πως υπάρχουν κάποιες πέτρες, που -ενώ φαινομενικά δείχνουν να είναι διάσπαρτες- στην πραγματικότητα έχουν κάποια γεωμετρία. Οι πέτρες -οι οποίες χρονολογούνται από το 3.000πΧ.- διαθέτουν κάποιες τρύπες μέσω των οποίων μπορεί κανείς να παρατηρήσει τους διάφορους αστερισμούς, όπως τα άστρα του ζωδιακού κύκλου ή του Σείριου. Μπορεί να ακούγεται κάπως απλό, αλλά αν αναλογιστεί κανείς πως αυτές οι παρατηρήσεις έγιναν πριν τόσες χιλιάδες χρόνια, τότε αποκτά ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ενώ περιεργαζόμαστε τους βραχώδεις σχηματισμούς, ένα ζευγάρι Ολλανδών, γύρω στα 35, καταφθάνει με τα ποδήλατα τους. Πιάνουμε την κουβέντα για τις ομορφιές τις Αρμενίας, αλλά και γενικότερα για τη χαρά του ταξιδιού. Μας ρωτούν πόσες μέρες είμαστε στο δρόμο και αφού τους απαντάμε -όλο υπερηφάνεια- τους θέτουμε το ίδιο ερώτημα. Γελούν διακριτικά και μας κάνουν να επαναδιατυπώσουμε το ερώτημα μας. «Πόσους μήνες είστε στο δρόμο;», ρωτάμε… Ξαναγελούν για μερικά δευτερόλεπτα και μας απαντούν… «3 χρόνια». Όπως μας εξηγούν έχουν διασχίσει ήδη ολόκληρη την δυτική Αφρική και κατευθύνονται προς την ανατολική της πλευρά, μέσω Ασίας. Τι να πεις…
Ακριβώς απέναντι από την είσοδο στον αρχαιολογικό χώρο βρίσκεται ένα υποτιθέμενο γραφείο πληροφοριών, όπου και πάμε για να ζητήσουμε πληροφορίες σχετικά με τον χώρο. Αντί αυτού ο νεαρός υπάλληλος, ισχυριζόμενος ότι δεν γνωρίζει τίποτα ιδιαίτερο, μας προτείνει να αγοράσουμε ένα σχετικό βιβλίο που έμοιαζε σε όγκο με τη Larousse Britannica!
Αφήνουμε το Zorats Karer με τον ήλιο να δείχνει το καλύτερο πρόσωπό του, για λίγο όμως, καθώς η βροχή μας περιμένει λίγο παρακάτω κάνοντας μας να φορέσουμε τα αδιάβροχα για ακόμα μία φορά. Φαίνεται πως ο καιρός άνοιξε μόνο και μόνο για να απολαύσουμε το πιο πάνω αξιοθέατο…
Λίγο μετά το Vorotan pass η βροχή σταματά και ο καιρός ανοίγει για τα καλά. Αδιάβροχα στις βαλίτσες, και πάλι, και σύντομα διασχίζουμε το Yeghegnadzor, συνεχίζοντας ευθεία και αφήνοντας πίσω μας τον κόμβο ο οποίος οδηγεί στην λίμνη Sevan, μέσω του περάσματος του Selim. Το τοπίο γίνεται περισσότερο εντυπωσιακό, καθώς ο δρόμος περνάει μέσα από ψηλούς βράχους, ενώ στα αριστερά μας, μας συντρόφευε ο ποταμός Arpa. Μετά από λίγα χιλιόμετρα συναντάμε τον κόμβο για το μοναστήρι Noravank. Μια στενή αλλά φανταστική ελικοειδής διαδρομή οδηγεί στο μοναστήρι. Το τοπίο άνυδρο, με απότομες πλαγιές να ορθώνονται γύρω μας, δημιουργώντας μας την αίσθηση πως έχουμε μεταφερθεί σε κάποια άλλη χώρα.
Noravank σημαίνει «Νέα Μονή» στην αρμενική γλώσσα. Ωστόσο, αυτό το όνομα δεν ταιριάζει πλέον, καθώς η ηλικία της μονής έχει ξεπεράσει τους 7 αιώνες. Το μοναστήρι κατασκευάστηκε το 13ο αιώνα στο περβάζι του στενού φαραγγιού του ποταμού Amaghu. Το φαράγγι είναι γνωστό για τα απόκρημνα κόκκινα βράχια του τα οποία υψώνονται πίσω από το μοναστήρι. Σύμφωνα με ένα μύθο, ένα κομμάτι του Τιμίου Σταυρού με το αίμα του Χριστού, βρίσκεται κρυμμένο εκεί.
Η ορθογώνια εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου, αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως τάφος του πρίγκιπα Elikum III Orbelian. Οι τοίχοι της και από τις δύο πλευρές του βωμού, είναι διακοσμημένοι με khachkars και εικόνες περιστεριών. Το αξιοσημείωτο είναι πως στην είσοδο της εκκλησίας, ακριβώς πάνω από την κεντρική πόρτα, υπάρχει η απεικόνιση ενός προσώπου… στην αρχή πιστέψαμε πως ήταν του Χριστού, όμως εκ των υστέρων μάθαμε (από τον Αρμένιο φίλο Μάικ), πως αποτελεί την μοναδική παγκόσμια απεικόνιση του Θεού! Το πιο όμορφο κτήριο του μοναστηριού είναι η διώροφη εκκλησία Surb Astvatsatsin (Αγία Μητέρα του Θεού). Χαρακτηριστική είναι δυτική πρόσοψη του κτιρίου, με την ιδιαίτερη διακόσμηση της, όπου υπάρχουν δύο στενές και απότομες σκάλες που οδηγούν στο δεύτερο επίπεδο. Το 2002 ο ναός ανακηρύχθηκε από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Αφήνουμε το μοναστήρι, αλλά πριν αφήσουμε την περιοχή του μοναστηριού, σταματάμε για ένα τσάι σε ένα ιδιαίτερο μαγαζί, το οποίο είναι χτισμένο μέσα στο άνοιγμα ενός βράχου. Με χίλια ζόρια αντιστεκόμαστε στις μυρωδιές από τα καπνιστά σουβλάκια που ψήνει ο μαγαζάτορας. Ο τύπος έχει φτιάξει ένα ιδιαίτερο καμίνι, γύρω στα 2 μέτρα ύψος, στον πάτο του οποίου καίει μια σιγανή φωτιά ενώ στην κορυφή σιγοψήνονται τα κρεμασμένα σουβλάκια…
Συνεχίζουμε, αρχικά ακολουθώντας τα σύνορα με το Ναχιτσεβάν (αυτόνομο κρατίδιο το οποίο διεθνώς αναγνωρίζεται ως τμήμα του Αζερμπαϊτζάν), σε μία διαδρομή που ανεβαίνει υψομετρικά μέχρι τα 1795μ, στο πέρασμα του Tukh Manuk. Το τοπίο έχει ελάχιστη βλάστηση, ενώ μετά το πέρασμα, μπροστά μας απλώνεται ένα μεγάλο οροπέδιο. Στο βάθος μπορούμε να διακρίνουμε τους ορεινούς όγκους του θρυλικού όρους Αραράτ.
Περνάμε το χωριό Yeraskh για να βρεθούμε σε μια σχετικά πεδινή περιοχή, με αρκετές καλλιέργειες. Στα αριστερά μας υπάρχουν μερικές λίμνες που φαίνονται να είναι τεχνητές, κυρίως λόγω του σχήματός τους. Ίσως να είναι αποταμιευτήρες νερού, για τα παρακείμενα χωράφια. Στα αριστερά μας επίσης, διακρίνουμε τα συρματοπλέγματα των συνόρων μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας, ενώ στο βάθος ξεχωρίζουν κάποιοι μιναρέδες.
Το μικρό και το μεγάλο Αραράτ μοιάζουν σαν να είναι δίπλα μας. Όπως συμβαίνει συνήθως, η κορυφή του μεγάλου Αραράτ είναι καλυμμένη με σύννεφα. Το σημαντικό για τους Αρμένιους -αλλά και για όλους τους χριστιανούς- όρος Αραράτ βρίσκεται επί τουρκικού εδάφους γεγονός που αποτελεί «αγκάθι» για τους Αρμένιους.
Σύντομα φτάνουμε στο μοναστήρι Khor Virap, το οποίο είναι χτισμένο στην κορυφή ενός μικρού λόφου. Παρκάρουμε στον υποτιθέμενο χώρο στάθμευσης και άμεσα μας πλησιάζουν κάτι τύποι για να εισπράξουν το δήθεν αντίτιμο για το πάρκινγκ. Πινακίδα δεν υπάρχει πουθενά και ψυλλιασμένοι και από τις φάτσες των τύπων, αρνούμαστε να πληρώσουμε. Αρχικά επιμένουν, αλλά αφού βλέπουν ότι δεν βγάζουν άκρη μαζί μας απομακρύνονται φανερά εκνευρισμένοι. Μένουμε για λίγο στις μοτοσυκλέτες και παρατηρούμε το καλοστημένο παιχνίδι τους. Μέσα σε λίγα λεπτά ένα αυτοκίνητο με τουρίστες εμφανίζεται, ο υποτιθέμενος παρκαδόρος παίρνει τον αντίτιμο από τους ανυποψίαστους τουρίστες και όταν αυτοί μπαίνουν στον μοναστήρι, ο παρκαδόρος κάνει τα λεφτά μπύρες στην παρακείμενη καντίνα… Επίσης λίγο πριν την είσοδο του μοναστηριού, η ίδια συμμορία, πουλάει λευκά περιστέρια τα οποία, τάχα μου, μεταφέρουν το μήνυμα του αγοραστή στο Αραράτ. Και φυσικά ο κόσμος αγοράζει…Αποφασίζουμε να επισκεφτούμε το μοναστήρι σε δόσεις, καθώς για ευνόητους λόγους δεν γίνεται να αφήσουμε μόνες τους τις μοτοσυκλέτες με τη συμμορία να κυκλοφορεί ελεύθερα...
Το μοναστήρι Khor Virap είναι ίσως το σημαντικότερο των Αρμενίων. Είναι πολλοί αυτοί που το προτιμούν για τον γάμο τους ή τις βαπτίσεις των παιδιών τους, ενώ αυτοί που έχουν τελέσει τα συγκεκριμένα μυστήρια αλλού, έρχονται στο μοναστήρι για να πάρουν την ευχή του. Διαθέτει παραδοσιακή αρμένικη αρχιτεκτονική, ενώ εκείνο που το κάνει περισσότερο εντυπωσιακό είναι η θέα που έχει στο Βιβλικό βουνό Αραράτ. Η ονομασία του σημαίνει «βαθύ πηγάδι» και προέρχεται από το κελί στο οποίο μαρτύρησε ο Άγιος Γρηγόριος, ο Φωτιστής. Η παράδοση λέει ότι τον έριξαν σε έναν λάκκο 6μ βάθος, γεμάτο από δηλητηριώδη έντομα και ερπετά. Στον λάκκο έζησε 13 χρόνια, τρεφόμενος κρυφά από μία γυναίκα χήρα και παρηγορούμενος θεϊκά από Άγγελο Κυρίου. Στις μέρες μας υπάρχει ακόμα το πηγάδι αυτό ως τόπος προσευχής και προσκύνησης.
Περιεργαζόμαστε τον χώρο για αρκετή ώρα και στην συνέχεια παίρνουμε τον δρόμο προς το Yerevan. Η πρωτεύουσα απέχει περί τα 35-40χλμ αλλά τα έργα που γίνονται, έχουν ως αποτέλεσμα από ένα σημείο και μετά να είναι διαθέσιμο μόνο το ένα ρεύμα. Μετά από αρκετή ταλαιπωρία φτάνουμε στην πρωτεύουσα και δίνουμε ραντεβού στο γραφείο του τύπου που μας είχε νοικιάσει τα δωμάτια στην προηγούμενη επίσκεψή μας στην πόλη.
Ο τύπος μας φαινόταν ψιλομαφιόζος από την προηγούμενη φορά, αλλά μιας και μας είχε δώσει φτηνό και καλό διαμέρισμα είπαμε να τον ξαναπροτιμήσουμε. Αυτή τη φορά όμως πάει να μας πασάρει ένα φτηνό μεν διαμέρισμα, το οποίο όμως θα έπρεπε να αφήσουμε στις 6:00 το επόμενο πρωί. Οι τόνοι ανεβαίνουν, καθώς αλλά είχαμε πει στο τηλέφωνο και άλλα βρίσκουμε μπροστά μας, ώσπου ένας θηριώδης τύπος ο οποίος ξέρει 2-3 βασικές λέξεις αγγλικά, μπαίνει στη μέση και μας λέει: «no problem sir, follow me, follow me…». Ταυτόχρονα χτυπάει ελαφρά το στήθος του με το χέρι, εννοώντας πως αυτός «καθαρίζει».
Τον ακολουθούμε και μας οδηγεί στο πάρκινγκ μίας πολυκατοικίας στο κέντρο της πόλης. Πληρώνει το αντίτιμο της στάθμευσης μας και μας γνέφει να τον ακολουθήσουμε στο διαμέρισμα. Όπως συνηθίζουμε δύο από εμάς πάνε μαζί του για να το δουν. Απορεί που οι υπόλοιποι δεν ακολουθούν και ρωτάει δείχνοντας μας «others?». Ο Γιώργος του απαντά «check first» και ο αγαθός γίγαντας, γελάει δυνατά… Κοιτάζω γύρω μου στο πάρκινγκ και κάτι δεν πάει καλά. Το χειρότερο αυτοκίνητο που μπορώ να διακρίνω είναι κάτι τελευταίας τεχνολογίας Mercedes. Παραδίπλα μου είναι μια Porsche και δίπλα της ακριβώς μια Bentley...
Τα παιδιά κατεβαίνουν και μας κάνουν νόημα να πάμε πάνω. Νταξ’ δεν έχω ξαναμείνει σε κάτι πιο χλιδάτο ποτέ στην ζωή μου. Το ρετιρέ της πολυκατοικίας είναι όλο δικό μας και το μπαλκόνι, σε σχήμα πλώρης καραβιού, κοιτάζει την όπερα και το κεντρικό πεζόδρομο. Είναι τόσο καλό, που δεν θέλουμε να φύγουμε και ψάχνουμε λύσεις για μάσα στο σπίτι… Το σούπερ-μάρκετ απέναντι και το κεμπατζίδικο 2 στενά πιο κάτω δίνουν την λύση. Απολαμβάνουμε το δείπνο μας αλλά και την θέα που μας προσφέρει το μπαλκόνι του διαμερίσματος, συζητώντας για μία ακόμα φορά το πόσο μας έχει εντυπωσιάσει αυτή η χώρα…
Ωστόσο δεν λησμονούμε να πάρουμε τηλέφωνο τον Bakur για το “Beer party” που μας είχε τάξει. Δυστυχώς βρίσκεται σε δουλειά και αφού μας ευχαριστεί δεκάκις που δεν τον ξεχάσαμε και τον πήραμε τηλέφωνο, μας ζητάει αν μπορούμε να το κάνουμε αύριο. Δυστυχώς όμως, αύριο θα πρέπει να αναχωρήσουμε…