Το μενού σήμερα περιλαμβάνει επίσκεψη στο αμφιλεγόμενο κρατίδιο του Nagorno-Karabakh. Η διάθεση για εξερεύνηση είναι στα ύψη καθώς οι περισσότεροι Αρμένιοι που έχουμε συναντήσει μέχρι σήμερα, μας έχουν πει τα καλύτερα και δεν βλέπουμε την ώρα να το επισκεφτούμε. Παράλληλα βέβαια, υπάρχει και ένας φόβος, καθώς πριν καμιά 20ρια μέρες είχαν ανάψει τα αίματα στην περιοχή, με τραγικό αποτέλεσμα 9 νεκρούς από τα ανταλλασσόμενα πυρά με τους Αζέρους. Σε έρευνα που κάναμε για το αν είναι ασφαλής η επίσκεψη μας στο κρατίδιο, μας είχαν πει ότι όλα αυτά έγιναν μάλλον εν’ όψη της συνάντησης των πρωθυπουργών των δύο χωρών με τον Πούτιν. Η κατάσταση φαίνεται πλέον να έχει ηρεμήσει και έτσι παίρνουμε την απόφαση να του ρίξουμε μια ματιά...
Από τα σύνορα μας χωρίζουν 30 μόλις χιλιόμετρα. Η διαδρομή είναι ευχάριστη καθώς διασχίζει μια αραιοκατοικημένη, ακαλλιέργητη περιοχή, με ελάχιστη βλάστηση και χωρίς ίχνος δέντρου. Τα οχήματα δε που συναντάμε στο δρόμο, είναι από άλλη εποχή... Το πρώτο κτίριο που συναντάμε είναι ένα φυλάκιο το οποίο παίζει τον ρόλο του συνοριακού σταθμού του κρατιδίου με την Αρμενία. Στην παρούσα φάση είναι τα μοναδικά ανοιχτά σύνορα με άλλη χώρα. Η διαδικασία στα σύνορα είναι αρκετά απλή. Απλά δείχνουμε διαβατήρια, άδειες κυκλοφορίας και την βίζα που είχαμε πάρει από την πρεσβεία στο Yerevan και σε δύο λεπτά έχουμε ξεμπερδέψει. Να σημειώσω, ότι αν δεν έχεις πάρει βίζα από το Yerevan, μπορείς να εκδώσεις και στα σύνορα, αλλά θα πρέπει να πας για επικύρωση στο Υπουργείο Εξωτερικών στο Stepanakert.
Πρώτος μας σταθμός για σήμερα, είναι η πρωτεύουσα της χώρας, το Stepanakert, η οποία απέχει γύρω στα 60χλμ από τα σύνορα. Η διαδρομή περνάει μέσα από ορεινές εκτάσεις, με υψόμετρο μέχρι 1500μ. Η βλάστηση είναι περισσότερη από αυτή πριν τα σύνορα, αλλά σε γενικές γραμμές το τοπίο απαρτίζεται –κυρίως- από απότομους βράχους. Μπαίνουμε στο Stepanakert και ακολουθούμε τους κεντρικούς δρόμους μέχρι να βρεθούμε στο κέντρο της πόλης όπου και κάνουμε μια ολιγόωρη στάση για καφεδάκι σε μια από τις καφετέριες, που βρίσκονται περιμετρικά της πλατείας. Οι τιμές είναι χαμηλές, τουλάχιστον με όσα βλέπουμε στον κατάλογο του καταστήματος. Ο κόσμος είναι φιλικός και –ενδεχομένως- λίγο περίεργος, εξαιτίας των μοτοσυκλετών. Στην πλατεία κυκλοφορεί αρκετός κόσμος. Το κέντρο της διακοσμεί ένα σιντριβάνι και το μεγάλο άγαλμα του Stepan Shahumyan -γνωστός και ως Λένιν του Kαυκάσου-, προσωπικότητα που συνδέεται με την ιστορία της χώρας.
Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται τα κτίρια του Κοινοβουλίου, της Εθνοσυνέλευσης και ένας μεγάλος πεζόδρομος με σκαλοπάτια, ο οποίος ξεκινάει από το στάδιο και τελειώνει μπροστά στο Προεδρικό Μέγαρο. Το εντυπωσιακό είναι πως ενώ λίγα χρόνια πριν είχε υποστεί καταστροφές από εχθροπραξίες, στις μέρες μας δεν μπορείς να διακρίνεις τίποτα άλλο εκτός από μια τακτοποιημένη και ήσυχη πόλη, γεγονός που μαρτυρά το γρήγορο ρυθμό ανάπτυξή της.
Πριν αφήσουμε την πρωτεύουσα, κάνουμε μια στάση στο σημείο που βρίσκεται το σύμβολο της πόλης, αλλά και ολόκληρου του κρατιδίου. Πρόκειται για δύο αγάλματα όπου απεικονίζουν δυο πρόσωπα, ένα άντρα και μια γυναίκα, το ένα εκ των οποίων έχει σχήμα τριγωνικό, θέλοντας να μιμηθεί ένα βουνό. Υπάρχει και μία επιγραφή η οποία λέει: «We are our mountains», συμβολίζοντας τον ορεινό χαρακτήρα του κρατιδίου και την άμεση σχέση των κατοίκων με αυτό.
Το μνημείο είχε εμφανιστεί σε ένα σποτάκι στο διαγωνισμό της Eurovision το 2009 στη Μόσχα, όπου η Αρμενία είχε φτάσει στην ημιτελική φάση. Το σποτάκι παρουσίαζε το μνημείο ως σημαντικό αξιοθέατο της Αρμενίας, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν οι Αζέροι και το επίμαχο σημείο να αφαιρεθεί από το σποτάκι του τελικού. Ενοχλημένοι οι Αρμένιοι από την απόφαση αυτή, έδειξαν την εικόνα του μνημείου άπειρες φορές κατά την διαδικασία της ψηφοφορίας του διαγωνισμού.
Αφήνουμε πίσω το Stepanakert και οδηγούμε για μερικά χιλιόμετρα μέχρι τον κόμβο για Berkadzor. Από εκεί ξεκινάει μια πιο ερημική διαδρομή, σε σχετικά καλή κατάσταση, με κάποια σημεία του δρόμου να έχουν αρκετά μπαλώματα και λακκούβες. Το τοπίο είναι όμορφο, με τη βλάστηση να αυξάνεται σταδιακά, όσο ανεβαίνουμε υψόμετρο.
Κινούμαστε βορειότερα και μετά από περίπου 40χλμ βρισκόμαστε στο Vank. Στην είσοδο του χωριού υπάρχουν δύο στήλες πάνω στις οποίες βρίσκονται δύο αγάλματα λιονταριού. Το Vank είναι ένα χωριό το οποίο είναι γνωστό στους περισσότερους Αρμένιους, καθώς διαθέτει κάποιες ιδιαιτερότητες, ιδίως «αρχιτεκτονικές»… Ο Levon Hairapetyan, ένας πλούσιος Αρμένιος της διασποράς, αποφάσισε να φτιάξει κάποια πράγματα για να κάνει το χωριό διάσημο… Και τα κατάφερε εν μέρει… Πέρα λοιπόν από ένα μεγάλο σχολείο, υπάρχει ένα ξενοδοχείο (Eclectic) σε σχήμα πλοίου και ένας τεχνητός καταρράκτης που καταλήγει σε ένα ρέμα μπροστά από το ξενοδοχείο. Συχνά αναφέρεται σε τουριστικούς οδηγούς ως “Τιτανικός”. Απέναντι του υπάρχει ένας ζωολογικός κήπος αλλά και ένας φράxτης από πινακίδες οχημάτων. Λέγεται, πως οι πινακίδες προέρχονται από οχήματα Αζέρων οι οποίοι εγκατέλειψαν την πόλη κατά την διάρκεια του πολέμου. Λίγο έξω από το χωριό και πίσω από το επίσης εντυπωσιακό ξενοδοχείο Tsovin Qar, πάνω σε ένα βράχο έχει κατασκευαστεί ένα πέτρινο λιοντάρι, που μάλιστα βρυχάται, όταν πλησιάζεις (λόγω παρουσίας αισθητήρα κίνησης). Στο ποτάμι απέναντι πλέει μια γαλέρα! Και οι υπερβολές δεν σταματάνε εδώ. Παρακάτω υπάρχει ένα Ρωμαϊκό σιντριβάνι, κάποιες σιδηροκατασκευές βαλμένες σε διάφορα σημεία του χωριού, μια καφετέρια με ένα αμάξι αντίκα και κάποια αρχαιοελληνικά αγαλματίδια… Δυστυχώς στην προσπάθεια να φτιάξει τόσα πολλά πράγματα σε τόσο μικρό χώρο, μάλλον είχε το αντίθετο αποτέλεσμα από άποψη αισθητικής, δίνοντας τελικά μια αίσθηση κακογουστιάς και υπερβολής.
Κάτσαμε ελάχιστα και συνεχίσαμε για το μοναστήρι Gandzasar, που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. H ονομασία του σημαίνει: «θησαυρός του βουνού» ή «θησαυρός στην κορυφή του λόφου». Το μοναστήρι είναι από τα σημαντικότερα της χώρας, χρονολογείται το 1216 και είναι αφιερωμένο στον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Χτισμένο σε εξαιρετικό σημείο προσφέρει εντυπωσιακή θέα της ευρύτερης περιοχής αλλά και το ίδιο εντυπωσιάζει τον επισκέπτη, τόσο από μακριά, όσο και από κοντά. Η αρχιτεκτονική του είναι η κλασική των αρμένικων μοναστηριών. Περιμετρικά προστατεύεται από ψηλή πέτρινη μάντρα, διαθέτει μεγάλο εσωτερικό περίβολο και χώρους που παίζουν βοηθητικό ρόλο, ενώ το εσωτερικό του μοναστηριού σε κερδίζει με την απλότητά του.
Έξω από το μοναστήρι είναι ένας τύπος, όπου κάνει διάφορα ακροβατικά κόλπα πάνω στο άλογό του. Όσοι τουρίστες επισκέπτονται το μοναστήρι κάνουν μια στάση να τον απολαύσουν, να τον φωτογραφίσουν αλλά και να φωτογραφηθούν μαζί του. Μία ιστορία αναφέρει ότι στον Πόλεμο του Nagorno-Karabakh, ο συγκεκριμένος τύπος πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με τον καλύτερό του φίλο. Τότε έζησε μια απίστευτα φρικιαστική ιστορία, καθώς είδε μπροστά του να σφάζουν τον φίλο του. Ίσως από τότε άρχισε να χάνει τα λογικά του... Οι υπεύθυνοι του μοναστηριού, γνωρίζοντας την ιστορία του, τον αφήνουν να κάνει αυτά τα «ακροβατικά» κόλπα μπροστά από το μοναστήρι, κερδίζοντας έτσι κάποια χρήματα...
Καθόμαστε για αρκετή ώρα και κατά τις 5μμ παίρνουμε τον δρόμο της επιστροφής προς την Αρμενία, από τον ίδιο ακριβώς δρόμο που είχαμε έρθει. Δυστυχώς δεν υπάρχει εναλλακτική διαδρομή για να επιστρέψουμε στο Goris καθώς υπάρχει ένας μόνο οδικός άξονας σύνδεσης των συνόρων με την πρωτεύουσα. Κινηθήκαμε σβέλτα, καθώς θέλουμε να δούμε –έστω και βιαστικά- το Sushi αλλά και τις βραχοσπηλιές του Khndzoresk που βρίσκονται σχεδόν δίπλα από το Goris. Ο χρόνος είναι περιορισμένος καθώς θέλουμε να φτάσουμε στις σπηλιές πριν δύσει ο ήλιος, ενώ πρέπει να καταλήξουμε εγκαίρως στο ξενοδοχείο, προτού κλείσει η κουζίνα του και την πατήσουμε όπως χτες.
Σε περίπου 30 λεπτά βρισκόμαστε στο κόμβο για το Sushi, που μας υποδέχεται με πολλά σημαιάκια κρεμασμένα κατά μήκος του δρόμου. Το επιβλητικό φρούριο σηματοδοτεί την είσοδο της πόλης, με πρώτο αξιοθέατο τον καθεδρικό της ναό, στον οποίο μάλιστα γίνεται ένας γάμος. Εν κινήσει βλέπουμε κάποια βασικά αξιοθέατα του Sushi και προχωράμε προς την έξοδο της πόλης περνώντας δίπλα από ένα τεράστιο στρατόπεδο.
Φτάνουμε στα σύνορα και μετά τον σύντομο έλεγχο συνεχίζουμε με γοργό ρυθμό προς τις βραχοσπηλιές, μπας και τις προλάβουμε πριν πέσει ο ήλιος. Περίπου 10χλμ πριν το Goris, συναντάμε την πινακίδα για Khndzoresk και στρίβουμε αριστερά. Στην είσοδο του χωριού, μια μικρή πινακίδα μας δείχνει έναν χωματόδρομο ο οποίος οδηγεί στις σπηλιές. Χωρίς δεύτερη σκέψη και παρά την κούρασή μας, μπαίνουμε και τον ακολουθήσαμε. Μερικά χιλιόμετρα παραπέρα ξεπροβάλλουν από μακριά οι κωνικοί βράχοι, που θυμίζουν αντίστοιχους της Καππαδοκίας, ενώ πιο αριστερά μπορούμε να διακρίνουμε και τις σπηλιές. Ο χωματόδρομος συνεχίζει αρκετά αλλά δεν τον ακολουθούμε, αφού όταν θα φτάσουμε σε κοντινό σημείο ο ήλιος θα έχει πέσει...
Επιστροφή λοιπόν στο ξενοδοχείο ένα τέταρτο πριν κλείσει η κουζίνα. Ορμάμε στην τραπεζαρία και καθόμαστε με πλήρη μοτοσυκλετιστικό εξοπλισμό περιμένοντας να μας σερβίρουν. Απολαμβάνουμε το δείπνο μας συζητώντας τις εντυπώσεις μας από τη σημερινή εξόρμηση στο Nagorno-Karabakh.
Τελικά άλλα περιμέναμε να δούμε και άλλα είδαμε… Οι κάτοικοι φαίνεται πως έχουν καταφέρει να κρύψουν επιμελώς τα σημάδια του πολέμου, έχουν καταφέρει να ξαναχτίσουν το κατεστραμμένο Stepanakert, ενώ μεγάλη εντύπωση μας έκανε η έλλειψη παρουσίας στρατού, είτε εντός, είτε εκτός πόλης. Όχι πως θεωρείται απαραίτητη την παρουσία του, αλλά σε μια τέτοια ρευστή κατάσταση, ο στρατός θέλει πάντα να κάνει αισθητή την παρουσία του. Ίσως βέβαια η στρατιωτική παρουσία να γινόταν πιο έντονη στην βόρεια πλευρά του κρατιδίου, κοντά στα σύνορα με το Αζερμπαϊτζάν, σημείο όμως που δεν επισκεφτήκαμε...