Κατά τις 10 το πρωί αφήνουμε πίσω μας την πρωτεύουσα και κινούμαστε αρχικά προς το Ashtarak. Στην διασταύρωση για Agarak, στρίβουμε δεξιά και ακολουθούμε έναν πιο στενό ανηφορικό δρόμο, αφήνοντας πίσω μας την εθνική οδό (Μ1). Όσο ανεβαίνουμε, αποκτάμε όλο και καλύτερη θέα του οροπεδίου στο οποίο είναι χτισμένη η πρωτεύουσα. Δυστυχώς όμως, η ατμόσφαιρα είναι νεφελώδης και δεν μας επιτρέπει να δούμε όλο του Yerevan, παρά μόνο ένα του τμήμα.
Η διαδρομή διασχίζει το περιποιημένο χωριό Byurakan, το οποίο φιλοξενεί το ομώνυμο αστεροσκοπείο. Ιδρύθηκε το 1946 από τον Viktor Hambardzumyan, αποτελώντας ένα από τα κύρια κέντρα αστρονομίας της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στο παρελθόν είχε συντελέσει σε μεγάλες αστρονομικές ανακαλύψεις, αλλά με την πτώση της ΕΣΣΔ ακολούθησε η παρακμή του.
Συνεχίζουμε σε μια ελικοειδή διαδρομή με αρκετά καλή ποιότητα οδοστρώματος, μέχρι την διασταύρωση για το φρούριο Amberd, ενώ σε κοντινή απόσταση είναι χτισμένη η αιωνόβια εκκλησία Vahramashen. Αποφασίζουμε να δούμε πρώτα την λίμνη Kari και στην συνέχεια να επισκεφτούμε τα συγκεκριμένα δύο αξιοθέατα. Μετά την διασταύρωση ο δρόμος στενεύει και άλλο και οι πρώτες λακκούβες αρχίζουν να κάνουν την εμφάνιση τους. Η κίνηση είναι μηδαμινή αλλά η ταχύτητα μένει σε χαμηλά επίπεδα λόγω της κατάστασης του οδοστρώματος.
Στην πορεία συναντάμε και κάποιες καλύβες βοσκών, σαν αυτές που συναντά κανείς στην Μογγολία. Κάποιοι Αρμένιοι μας είχαν πει, πως αυτοί οι βοσκοί είναι νομάδες προερχόμενοι από το Ιράν και το Ιράκ. Το τοπίο είναι μαγευτικό και άκρως αλπικό. Πουθενά δεν βλέπουμε δέντρο και όσο ανεβαίνουμε υψομετρικά, το κρύο αρχίζει να γίνεται -ολοένα και περισσότερο- αισθητό. Φτάνουμε περίπου στα 3200μ και βρισκόμαστε σε ένα πλάτωμα που περιλαμβάνει τη λίμνη Kari καθώς και κάποιες εγκαταστάσεις. Οι περισσότερες αναφορές που βρήκα στο δίκτυο λένε ότι πρόκειται για μετεωρολογικό σταθμό. Κάπου όμως διάβασα ότι είναι ερευνητικός σταθμός κοσμικής ακτινοβολίας, πράγμα που δικαιολογεί τις περίεργες πινακίδες έξω από τις εγκαταστάσεις.
Η λίμνη Kari (μετάφραση: πέτρινη λίμνη) βρίσκεται ανάμεσα στις κορυφές του όρους Aragats και σχηματίζεται από τα χιόνια των γύρω βουνών που λιώνουν. Το μέρος είναι πολύ δημοφιλές τόσο στους ντόπιους αλλά και στους ορειβάτες. Στην κορυφή υπάρχει ένα και μοναδικό εστιατόριο-ξενοδοχείο (Xashanots) το οποίο έχει διαμορφωμένα κιόσκια στην όχθη της λίμνης. Αν και το να παραγγείλουμε αποδείχθηκε άθλος απ’ ότι μάθαμε αργότερα το μέρος είναι διάσημο για την σούπα «khash». Σερβίρεται σε ένα πιάτο όπου από κάτω του προσαρμόζουν μπολ με καυτό νερό, το οποίο την κρατάει ζεστή. Η σούπα μοιάζει με πατσά και περιέχει κρέας από μοσχαρίσια πόδια.
Ενώ οι υπόλοιποι δεν μπορούν να αντισταθούν στις μυρωδιές από τα διπλανά κιόσκια, o Στέλιος συνεχίζει την εξερεύνηση μέχρι την απέναντι πλευρά της λίμνης και 100 μέτρα ψηλότερα όπου υπάρχει ένας μεγάλος σταυρός και γύρω του έχουν φτιάξει ένα μεγάλο αριθμό μικρών πέτρινων πύργων. “Χτίζει” και αυτός το δικό μας πυργάκι και επιστρέφει στο εστιατόριο όπου υπόλοιποι έχουμε φροντίσει να παραγγείλουμε από όλες τις τοπικές λιχουδιές. Αν και έχουμε ένα μικρό ενδοιασμό για την ποιότητα, είναι όλα τους παραπάνω από υπέροχα.
Ο καιρός αρχίζει να φορτώνει αρκετά. Πυκνά μαύρα σύννεφα έρχονται προς το μέρος μας και μπουμπουνητά αρχίζουν να ακούγονται κατά διαστήματα. Έχει έρθει η ώρα να αναχωρήσουμε, καθώς δεν είναι ότι καλύτερο να μας πιάσει καμιά βροχή εδώ πάνω. Με γοργές κινήσεις αρχίζουμε να κατηφορίζουμε απολαμβάνοντας για μια ακόμα φορά την φανταστική διαδρομή που μας είχε φέρει μέχρι εδώ.
Στη διασταύρωση που είχαμε συναντήσει κατά την άνοδο στρίβουμε δεξιά, προς το φρούριο Amberd, το οποίο βρίσκεται χτισμένο στη συμβολή των ποταμών Arkashen και Amberd, σε υψόμετρο 2300μ. Το όνομα του κάστρου στην αρμενική γλώσσα σημαίνει «φρούριο στα σύννεφα», όμως ο αρχικός λόγος κατασκευής του δεν είναι αποσαφηνισμένος. Κάποιες πηγές αναφέρουν πως επρόκειτο για θερινή κατοικία βασιλιάδων, οι οποίοι κάνοντας διάφορες οικοδομικές παρεμβάσεις και προσθήκες, δημιούργησαν αυτό που –περίπου- βλέπουμε στις μέρες μας. Οχυρωματική ιδιότητα απέκτησε μόνο κατά την περίοδο των επιδρομών των Σελτζούκων Τούρκων. Το 1026 χτίστηκε παραδίπλα του η εκκλησία Astvatsatsin, όπως αρχικά ονομαζόταν, ή Vahramashen όπως είναι γνωστή σήμερα.
Ο καιρός όμως φαίνεται να μας ακολουθεί... Έτσι μετά από μια γρήγορη περιήγηση αναχωρούμε αρχικά προς το χωριό Antarut. Εκεί στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας μια ερημική –σχεδόν- διαδρομή με κατεύθυνση τον χώρο που φιλοξενεί το υπαίθριο μουσείο των Γραμμάτων του Αρμενικού Αλφάβητου. Το σημείο βρίσκεται ακριβώς στην διασταύρωση με το εθνικό δίκτυο Artashavan - Alagyaz (Μ-3).
Ο χώρος έχει ενδιαφέρον για εμάς, παρά το γεγονός πως δεν γνωρίζουμε την αρμενική γλώσσα. Προσπαθούμε να καταλάβουμε και να αντιστοιχίσουμε κάθε αρμενικό γράμμα με το αντίστοιχο του λατινικού αλφαβήτου. Με την βοήθεια ενός βιβλίου κάνουμε τις αντιστοιχίες, οι οποίες επιβεβαιώνονται και από έναν ντόπιο που πουλάει σουβενίρ. Στην πραμάτεια του έχει ξύλινα αρμενικά γράμματα και με διάθεση μας εξηγεί ποιο αντιστοιχεί σε ποιο…
Από εκεί και πέρα παίρνουμε τον δρόμο για το Gyumri που απέχει περίπου 90χλμ. Ακολουθούμε πορεία αρχικά βόρεια και μετά δυτικά, κυκλώνοντας κατά κάποιο τρόπο το βουνό Aragats. Στις κορυφές του έχει “κολλήσει” το μαύρο σύννεφο που βλέπαμε και όταν ήμασταν στην λίμνη Kari. Η διαδρομή είναι εκπληκτική. Ουσιαστικά οδηγούμε σε ένα οροπέδιο σε υψόμετρο παραπάνω από 2000μ. Ειδικά μετά το χωριό Alagyaz, το τοπίο γίνεται περισσότερο εντυπωσιακό, με το οροπέδιο να είναι τόσο μεγάλο που σου δίνει την αίσθηση πως κινείσαι σε μια απέραντη πεδιάδα. Μόνο το κρύο μας υπενθυμίζει ότι βρισκόμαστε σε υψόμετρο. Οι δρόμοι που ακολουθούμε -στο μεγαλύτερο τμήμα τους- είναι απέραντες ευθείες και μόνο όταν πλησιάζουμε κοντά στο Gyumri, αρχίζουμε να περνάμε μέσα από χωριά, τα οποία μπορεί να είναι φτωχικά αλλά δείχνουν περιποιημένα.
Αργά το απόγευμα φτάνουμε στην πόλη του Gyumri, το οποίο διαθέτει και αεροδρόμιο, παίζοντας σημαντικό ρόλο για την περιοχή, καθώς εξυπηρετεί με πτήσεις ακόμα και κατοίκους της γειτονικής Γεωργίας. Το Gyumri είναι ευρέως γνωστό στους Αρμένιους. Λένε πως η ιστορία του ξεκινά 5000 χρόνια πίσω. Η παλιά ονομασία της πόλης ήταν «Kumayri». Γεωγραφικά βρίσκεται στην κοιλάδα του Sirak, στην αριστερή όχθη του ποταμού Akhuryan. Στην αρχαιότητα, Kumayri-Gyumri ήταν το εμπορικό σταυροδρόμι για διαφορετικά έθνη.
Ένας σεισμός, που έγινε το 1988, κατέστρεψε μεγάλο τμήμα της πόλης. Πολλοί από τους πολίτες σκοτώθηκαν και αυτοί που επέζησαν, άρχισαν σιγά–σιγά να το εγκαταλείπουν, σε τέτοιο βαθμό όπου η πόλη έφτασε στα όρια της ερήμωσης. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 3500 οικογένειες έμειναν άστεγες από το σεισμό. Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια ανασυγκρότησής της. Η πόλη έχει έντονες ρώσικες επιρροές και αυτό μπορείς να το διαπιστώσεις από τα σοβιετικού τύπου εναπομείναντα –από τον σεισμό- κτίρια, αλλά και από τις επιγραφές των μαγαζιών που είναι και στα ρώσικα. Σε γενικές γραμμές η πόλη αποπνέει ένα θετικό στοιχείο, χωρίς όμως να έχει να επιδείξει κάτι το πάρα πολύ εντυπωσιακό.
Στην είσοδο της πόλης, σταματάμε να βάλουμε βενζίνη σε ένα πρατήριο. Ο γεράκος υπάλληλος, είναι πολύ φιλικός και φαίνεται εντυπωσιασμένος από το γεγονός πως έχουμε φτάσει με τις μοτοσυκλέτες μέχρι εδώ… Ίσως να μην του έχει ξανατύχει να δει κάτι τέτοιο. Ενθουσιάζεται ακόμα περισσότερο, όταν μαθαίνει πως είμαστε Έλληνες. Μια αντίστοιχη συμπεριφορά έχει μια παρέα μικρών παιδιών που παίζει κοντά στο ξενοδοχείο που λέμε να μείνουμε… Μόλις μας βλέπουν αφήνουν το παιχνίδι τους και κολλάνε κυριολεκτικά πάνω μας. Προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τα ελάχιστα αγγλικά τους, τα οποία αρχίζουν και τελειώνουν με τη φράση: «My name is…». Μόλις το λέει ο πρώτος, το επαναλαμβάνουν όλοι!
Το ξενοδοχείο, τώρα, (Golden Apricot) δεν είναι αυτό που φαίνεται ή σε προϊδεάζει εξωτερικά. Το μόνο θετικό είναι ο νεαρός που το διαχειρίζεται ο οποίος είναι ευγενέστατος, μιλάει πολύ καλά αγγλικά, και κάνει τα πάντα για να μας εξυπηρετήσει. Κατά τα άλλα είναι ακριβό για τα δεδομένα της χώρας, τα υδραυλικά στα μπάνια μυρίζουν και τα στρώματα δεν είναι για κουρασμένα κορμιά…
Περπατάμε στον κεντρικό δρόμο -όπου βρίσκεται και το ξενοδοχείο μας- μέχρι την πλατεία της Ειρήνης όπου για μια διαβολική σύμπτωση όλα τα ξενοδοχεία του συγκεκριμένου δρόμου φιλοξενούν γαμήλια τραπέζια. Πλήθος καλοντυμένου κόσμου μπαινο-βγαίνει στα ξενοδοχεία… Φυσικά και στο δικό μας γίνεται της μουρλής…
Σε κάποιο σούπερ-μάρκετ ο Στράτος και η Νατάσα μπαίνουν για να ρωτήσουν τι ώρα κλείνει, ώστε να μπορέσουμε να προμηθευτούμε κάποια πράγματα στην επιστροφή από το φαγητό μας, αλλά και για να ξεφορτωθούμε τα αρμένικα χρήματα πριν την αναχώρησή μας από την χώρα. Η συνεννόηση γίνεται με νοήματα, καθώς τα αγγλικά για τους ντόπιους είναι δυσκολότερα από τα κινέζικα. Δείχνοντας το ρολόι και κάνοντας επιπλέον χειρονομίες, ο Στράτος προσπαθεί να τους ρωτήσει ποιό είναι το ωράριο λειτουργίας… Το αποτέλεσμα είναι η υπάλληλος να ψάχνει μπαταρίες για ρολόι! Στα επόμενα λεπτά επιστρατεύονται όλοι οι πελάτες του μαγαζιού οι οποίοι προσπαθούν να λύσουν τον γρίφο, ενώ τη λύση δίνει κάποιος Αρμένιος αγγλομαθής φίλος κάποιου πελάτη του μαγαζιού που επικοινώνησαν τηλεφωνικά μαζί του. Όταν δε καταλαβαίνουν τι ακριβώς ζητούσαμε, σκάει όλο το μαγαζί στα γέλια!
Καθόμαστε στο εστιατόριο Hatsatun, στην κεντρική πλατεία, του οποίου το φαγητό αποδεικνύεται νόστιμο και φθηνό. Στο διπλανό τραπέζι, ακούγοντας τις συνομιλίες μας, ένα κύριος μας μιλάει στα ελληνικά. Είναι Ρωσο-πόντιος ο οποίος έχει γεννηθεί στην Γεωργία. Έχει μεγαλώσει στην Τιφλίδα και τα τελευταία χρόνια έχει μετακομίσει στην Μόσχα με την οικογένειά του. Επειδή από το Gyumri υπάρχει απευθείας πτήση για Μόσχα, τον εξυπηρετεί καλύτερα να φεύγει από το αεροδρόμιο της συγκεκριμένης πόλης για Ρωσία, παρά από την Τιφλίδα. Μας ρωτάει για το ταξίδι μας και χαίρεται πολύ που είχε την ευκαιρία να μιλήσει ελληνικά… Φεύγοντας μας λέει: «Ποιος ξέρει, μπορεί να ξαναβρεθούμε κάπου…»
Κατά τις 10μμ επιστρέφουμε στο ξενοδοχείο με ανάμεικτα συναισθήματα. Είναι η τελευταία μας μέρα στην όμορφη Αρμενία… Αύριο, θα περάσουμε -και πάλι- στην Τουρκία, μέσω Γεωργίας, για να συνεχίσουμε εκεί το τελευταίο μέρος του οδοιπορικού μας…